Anonymous

φάλαρα: Difference between revisions

From LSJ
4b
(6)
(4b)
Line 16: Line 16:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''φάλᾰρα:''' [ᾰ], τά ([[φάλος]])·<br /><b class="num">I.</b> κοσμήματα στις άκρες της περικεφαλαίας στα οποία δένονταν οι ιμάντες που περνούσαν από το [[σαγόνι]], σε Ομήρ. Ιλ.· ενικ., [[φάλαρον]] [[τιάρας]], [[μέρος]] της περικεφαλαίας των παλιών Περσών βασιλιάδων, σε Αισχύλ.<br /><b class="num">II.</b> κοσμήματα ή χαλινάρια από [[μέταλλο]], που χρησιμοποιούνταν για να καλύψουν τις γνάθους των αλόγων, Λατ. phalĕrae, σε Ηρόδ., Σοφ. κ.λπ.
|lsmtext='''φάλᾰρα:''' [ᾰ], τά ([[φάλος]])·<br /><b class="num">I.</b> κοσμήματα στις άκρες της περικεφαλαίας στα οποία δένονταν οι ιμάντες που περνούσαν από το [[σαγόνι]], σε Ομήρ. Ιλ.· ενικ., [[φάλαρον]] [[τιάρας]], [[μέρος]] της περικεφαλαίας των παλιών Περσών βασιλιάδων, σε Αισχύλ.<br /><b class="num">II.</b> κοσμήματα ή χαλινάρια από [[μέταλλο]], που χρησιμοποιούνταν για να καλύψουν τις γνάθους των αλόγων, Λατ. phalĕrae, σε Ηρόδ., Σοφ. κ.λπ.
}}
{{elru
|elrutext='''φάλᾰρα:''' (φᾰ) τά<br /><b class="num">1)</b> металлические нащечники шлема (φ. εὐποίητα Hom.);<br /><b class="num">2)</b> металлические бляхи на сбруе, конский металлический набор Her., Soph., Eur., Xen.;<br /><b class="num">3)</b> металлические украшения, побрякушки (τὰ τοῦ πλούτου φ. Plut.). - см. тж. [[φάλαρον]].
}}
}}