Anonymous

φανταστός: Difference between revisions

From LSJ
4b
(44)
(4b)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=-ή, -ό / [[φανταστός]], -ή, -όν, ΝΜΑ, και [[φανταχτός]] και σφανταχτός, -ή, -ό Ν [[φαντάζω]], -<i>ομαι</i>]<br />αυτός τον οποίο μπορεί [[κανείς]] να τον φανταστεί. <br /><b>επίρρ.</b><i>..</i><br /><i>φανταστῶς</i> Α<br />με φανταστό τρόπο.
|mltxt=-ή, -ό / [[φανταστός]], -ή, -όν, ΝΜΑ, και [[φανταχτός]] και σφανταχτός, -ή, -ό Ν [[φαντάζω]], -<i>ομαι</i>]<br />αυτός τον οποίο μπορεί [[κανείς]] να τον φανταστεί. <br /><b>επίρρ.</b><i>..</i><br /><i>φανταστῶς</i> Α<br />με φανταστό τρόπο.
}}
{{elru
|elrutext='''φανταστός:''' [adj. verb. к [[φαντάζομαι]] воображаемый (αἰσθητὸς καὶ φ. Plut.).
}}
}}