Anonymous

φιλία: Difference between revisions

From LSJ
1,346 bytes added ,  1 January 2019
4b
(6)
(4b)
Line 30: Line 30:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''φῐλία:''' Ιων. -ίη, <i>ἡ</i> ([[φιλέω]])·<br /><b class="num">1.</b> φιλική [[αγάπη]], [[συμπάθεια]], [[φιλία]]· διακριτέο από το [[ἔρως]], όπως Λατ. [[amicitia]] από [[amor]], σε Ηρόδ., Ευρ. κ.λπ.· [[φιλία]] ποιεῖσθαι [[πρός]] τινα, σε Ξεν.· με γεν., διὰ [[φιλίαν]] [[αὐτοῦ]], δια μέσου της [[φιλίας]] προς αυτόν, σε Θουκ.· ἡμέτερη [[φιλία]], [[φιλία]] [[μεταξύ]] μας, σε Θέογν.· [[φιλία]] ἡ ἐμή, σε Ξεν. κ.λπ.<br /><b class="num">2.</b> [[αγάπη]] για κάποιο [[πράγμα]], σε Πλάτ.
|lsmtext='''φῐλία:''' Ιων. -ίη, <i>ἡ</i> ([[φιλέω]])·<br /><b class="num">1.</b> φιλική [[αγάπη]], [[συμπάθεια]], [[φιλία]]· διακριτέο από το [[ἔρως]], όπως Λατ. [[amicitia]] από [[amor]], σε Ηρόδ., Ευρ. κ.λπ.· [[φιλία]] ποιεῖσθαι [[πρός]] τινα, σε Ξεν.· με γεν., διὰ [[φιλίαν]] [[αὐτοῦ]], δια μέσου της [[φιλίας]] προς αυτόν, σε Θουκ.· ἡμέτερη [[φιλία]], [[φιλία]] [[μεταξύ]] μας, σε Θέογν.· [[φιλία]] ἡ ἐμή, σε Ξεν. κ.λπ.<br /><b class="num">2.</b> [[αγάπη]] για κάποιο [[πράγμα]], σε Πλάτ.
}}
{{elru
|elrutext='''φῐλία:''' <b class="num">I</b> ион. [[φιλίη]] ἡ [[φιλέω]] реже pl.<br /><b class="num">1)</b> любовь, привязанность (γονεῦσι πρὸς παῖδας, καὶ ἀδελφοῖς πρὸς ἀδελφούς, καὶ γυναιξὶ πρὸς ἄνδρας, καὶ ἑταίροις πρὸς ἑταίρους Xen.): φιλίᾳ τῇ σῇ Xen. из любви к тебе;<br /><b class="num">2)</b> дружба (φ. καὶ [[ξυμμαχία]] Thuc.): [[φιλία]] [[λαβεῖν]] или κτήσασθαι [[παρά]] τινος Xen. стяжать чью-л. дружбу; διὰ [[φιλίαν]] [[ἰέναι]] τινί Xen. заключать дружбу с кем-л.; διὰ [[φιλίαν]] τινός Thuc. из дружбы с кем-л.; φιλίαι ἰσχυραί Plat. прочные дружеские отношения;<br /><b class="num">3)</b> стремление, жажда (τοῦ κέρδους Plat.);<br /><b class="num">4)</b> предмет любви: ἔθανε [[δάμαρ]], ἔλιπε [[φιλίαν]] Eur. умерла супруга, покинула того, кого любила.<br /><b class="num">II</b> ἡ [[φίλιος]] I] (sc. γῆ или [[χώρα]]) дружественная страна Xen., Dem.
}}
}}