Anonymous

χαμερπής: Difference between revisions

From LSJ
4b
(6)
(4b)
Line 21: Line 21:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''χᾰμερπής:''' -ές, γεν. <i>-έος</i> ([[ἕρπω]]), αυτός που κυλιέται στο [[έδαφος]], [[ταπεινός]], σε Ανθ.
|lsmtext='''χᾰμερπής:''' -ές, γεν. <i>-έος</i> ([[ἕρπω]]), αυτός που κυλιέται στο [[έδαφος]], [[ταπεινός]], σε Ανθ.
}}
{{elru
|elrutext='''χᾰμερπής:''' ползающий по земле (μέροπες Anth.).
}}
}}