Anonymous

χρυσόδετος: Difference between revisions

From LSJ
4b
(6)
(4b)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''χρῡσόδετος:''' -ον, αυτός που είναι δεμένος με χρυσό, φτιαγμένος με χρυσό, [[σφρηγίς]], σε Ηρόδ.· εμπλουτισμένος με χρυσό, σε Ευρ.
|lsmtext='''χρῡσόδετος:''' -ον, αυτός που είναι δεμένος με χρυσό, φτιαγμένος με χρυσό, [[σφρηγίς]], σε Ηρόδ.· εμπλουτισμένος με χρυσό, σε Ευρ.
}}
{{elru
|elrutext='''χρῡσόδετος:''' оправленный в золото, отделанный золотом ([[σφρηγίς]] Her.; [[κέρας]] Soph., Plut.; περόναι Eur.): χρυσόδετα ἕρκεα γυναικῶν Soph. золотые силки, т. е. украшения женщин; χ. σώματος [[ἀλκή]] Eur. отделанные золотом доспехи.
}}
}}