Anonymous

προμετωπίδιος: Difference between revisions

From LSJ
nl
(6)
(nl)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''προμετωπίδιος:''' -α, -ον ([[μέτωπον]]),<br /><b class="num">1.</b> αυτός που βρίσκεται [[μπροστά]] ή στο μπροστινό [[μέρος]]· <i>προμετωπίδιον</i>, <i>τό</i>, το [[δέρμα]] ή τα μαλλιά του μετώπου, σε Ηρόδ.<br /><b class="num">2.</b> η [[προμετωπίδα]] των αλόγων, σε Ξεν.
|lsmtext='''προμετωπίδιος:''' -α, -ον ([[μέτωπον]]),<br /><b class="num">1.</b> αυτός που βρίσκεται [[μπροστά]] ή στο μπροστινό [[μέρος]]· <i>προμετωπίδιον</i>, <i>τό</i>, το [[δέρμα]] ή τα μαλλιά του μετώπου, σε Ηρόδ.<br /><b class="num">2.</b> η [[προμετωπίδα]] των αλόγων, σε Ξεν.
}}
{{elnl
|elnltext=προμετωπίδιος -ον [πρό, μέτωπον] voorhoofds-; subst. τὸ προμετωπίδιον hoofdbedekking; voorhoofdplaat (van paarden); Xen. An. 1.8.7; (voorste deel van) schedel. Thphr. Char. 21.7.
}}
}}