Anonymous

συνδρομάς: Difference between revisions

From LSJ
nl
(4)
(nl)
Line 30: Line 30:
{{elru
{{elru
|elrutext='''συνδρομάς:''' άδος adj. f сбегающаяся, сталкивающаяся: αἱ συνδρομάδες πέτραι Eur. = αἱ Συμπληγάδες.
|elrutext='''συνδρομάς:''' άδος adj. f сбегающаяся, сталкивающаяся: αἱ συνδρομάδες πέτραι Eur. = αἱ Συμπληγάδες.
}}
{{elnl
|elnltext=συνδρομάς -άδος [σύνδρομος] tegen elkaar botsend:. αἱ συνδρομάδαι ( πέτραι ) de rotsen die tegen elkaar botsen (de Symplegaden).
}}
}}