Anonymous

ἀκρίς: Difference between revisions

From LSJ
12 bytes removed ,  1 January 2019
m
Text replacement - "(\{\{grml\n.*?)(\n\}\}\n\{\{grml\n\|mltxt=)(.*?\n\}\}\n)" to "\1<br />\3"
(1)
m (Text replacement - "(\{\{grml\n.*?)(\n\}\}\n\{\{grml\n\|mltxt=)(.*?\n\}\}\n)" to "\1<br />\3")
Line 29: Line 29:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ἄκρις]] (-ιος), η (Α)<br />(ποιητική [[λέξη]] [[συνήθως]] στον πληθυντικό) [[κορυφή]] όρους ή λόφου.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Ετυμολογικά η λ. συνδέεται με τη [[ρίζα]] <i>ακ</i>- «[[αιχμηρός]], [[μυτερός]], [[κοφτερός]]», που προέρχεται πιθ. από επιθηματική [[επαύξηση]] της ρίζας <i>ἄκ</i>-<i>ρι</i>-<i>ς</i>. Βλ. [[λήμμα]] <i>ακ</i>-].
|mltxt=[[ἄκρις]] (-ιος), η (Α)<br />(ποιητική [[λέξη]] [[συνήθως]] στον πληθυντικό) [[κορυφή]] όρους ή λόφου.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Ετυμολογικά η λ. συνδέεται με τη [[ρίζα]] <i>ακ</i>- «[[αιχμηρός]], [[μυτερός]], [[κοφτερός]]», που προέρχεται πιθ. από επιθηματική [[επαύξηση]] της ρίζας <i>ἄκ</i>-<i>ρι</i>-<i>ς</i>. Βλ. [[λήμμα]] <i>ακ</i>-].<br />[[ἀκρίς]] (-[[ίδος]]), η (AM)<br /><b>βλ.</b> [[ακρίδα]].
}}
{{grml
|mltxt=[[ἀκρίς]] (-[[ίδος]]), η (AM)<br /><b>βλ.</b> [[ακρίδα]].
}}
}}
{{lsm
{{lsm