Anonymous

στοῖχος: Difference between revisions

From LSJ
CSV import
m (Text replacement - "''' ὁ<b class="num">1)" to "''' ὁ<br /><b class="num">1)")
(CSV import)
 
(23 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=stoichos
|Transliteration C=stoichos
|Beta Code=stoi=xos
|Beta Code=stoi=xos
|Definition=ὁ, (<b class="b3">στείχω</b>, cf. [[στίχος]]) <span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> <b class="b2">row in an ascending series</b>, <b class="b3">ὁ πρῶτος σ. τῶν ἀναβαθμῶν</b> the first <b class="b2">course</b> of (masonry composing) the steps, <span class="bibl">Hdt.2.125</span>; <b class="b2">course</b> of bricks, etc., in building, <span class="title">IG</span>22.463.58, 1682.10; esp. <b class="b2">file</b> of persons marching one behind another, as in a procession, <b class="b3">ἐπὶ στοίχου</b>,= <b class="b3">στοιχηδόν</b>, <span class="bibl">Ar.<span class="title">Ec.</span>756</span>; νῆσοι κατὰ στοῖχον κείμεναι <span class="bibl">Th. 2.102</span>; κατὰ στοίχους <span class="bibl">Ar.<span class="title">Fr.</span>79</span>; of ships, <b class="b2">column</b>, ἐν στοίχοις τρισί <span class="bibl">A.<span class="title">Pers.</span>366</span>; of soldiers, <b class="b2">file</b>, <span class="bibl">Th.4.47</span>; διὰ στοίχων ὁπλῖται παρατεταγμένοι <span class="bibl">D.C.63.4</span>; of deer swimming, <span class="bibl">Opp.<span class="title">C.</span>2.226</span>; of the <b class="b2">files</b> (opp. <b class="b3">ζυγόν</b> VIII) of the chorus in plays, <span class="bibl">Poll.4.108</span>,<span class="bibl">109</span>; <b class="b2">row</b> of columns, <span class="title">IG</span>22.1668.12; of factors, <span class="bibl">Arist.<span class="title">Metaph.</span>1092b34</span>; of verses, ἔπη . . ἀλλότρια τοῦ σ. τῆς ποιήσεως Afric.<span class="title">Cest.Oxy.</span>412.51. </span><span class="sense">&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">II</span> <b class="b2">a line of poles supporting hunting-nets</b>, into which the game were driven, <span class="bibl">X.<span class="title">Cyn.</span>6.10</span>,<span class="bibl">21</span>. </span><span class="sense">&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">III</span> <b class="b3">τοῦ σ. καταλαβόντος τὴν ἡμετέραν βουλήν</b> since the <b class="b2">turn</b> has come to our senate, <span class="bibl"><span class="title">POxy.</span>1119.12</span> (iii A.D.).</span>
|Definition=ὁ, ([[στείχω]], cf. [[στίχος]])<br><span class="bld">A</span> [[row in an ascending series]], <b class="b3">ὁ πρῶτος σ. τῶν ἀναβαθμῶν</b> the first [[course]] of ([[masonry]] composing) the [[step]]s, [[Herodotus|Hdt.]]2.125; [[course]] of [[brick]]s, etc., in [[building]], ''IG''22.463.58, 1682.10; esp. [[file]] of persons marching one behind another, as in a procession, <b class="b3">ἐπὶ στοίχου</b>, = [[στοιχηδόν]], Ar.''Ec.''756; νῆσοι κατὰ στοῖχον κείμεναι Th. 2.102; κατὰ στοίχους Ar.''Fr.''79; of ships, [[column]], ἐν στοίχοις τρισί [[Aeschylus|A.]]''[[The Persians|Pers.]]''366; of soldiers, [[file]], Th.4.47; διὰ στοίχων ὁπλῖται παρατεταγμένοι D.C.63.4; of deer swimming, Opp.''C.''2.226; of the [[files]] (opp. [[ζυγόν]] VIII) of the chorus in plays, Poll.4.108,109; [[row]] of columns, ''IG''22.1668.12; of factors, [[Aristotle|Arist.]]''[[Metaphysics|Metaph.]]''1092b34; of verses, ἔπη.. ἀλλότρια τοῦ σ. τῆς ποιήσεως Afric.''Cest.Oxy.''412.51.<br><span class="bld">II</span> a [[line]] of [[pole]]s [[support]]ing [[hunting]]-[[net]]s, into which the [[game]] were [[drive]]n, [[Xenophon|X.]]''[[Cynegeticus|Cyn.]]''6.10,21.<br><span class="bld">III</span> <b class="b3">τοῦ σ. καταλαβόντος τὴν ἡμετέραν βουλήν</b> since the [[turn]] has come to our senate, ''[[Oxyrhynchus Papyri|POxy.]]''1119.12 (iii A.D.).
}}
}}
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0946.png Seite 946]] ὁ, Reihe, Linie; ἐπὶ στοίχου, Ar. Eccl. 756; βάθρων, Her. 2, 125; bes. der Soldaten, Schlachtreihe, Schlachtordnung, Thuc. 2, 102. 4, 47; Xen. Cyr. 8, 3, 9 u. Sp. – Die in eine Reihe gestellten Pfähle mit Jagdnetzen, in welche das Wild getrieben wird, Xen. Cyn. 6, 10. 21. – Vgl. [[στίχος]] u. [[στόχος]].
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0946.png Seite 946]] ὁ, Reihe, Linie; ἐπὶ στοίχου, Ar. Eccl. 756; βάθρων, Her. 2, 125; bes. der Soldaten, Schlachtreihe, Schlachtordnung, Thuc. 2, 102. 4, 47; Xen. Cyr. 8, 3, 9 u. Sp. – Die in eine Reihe gestellten Pfähle mit Jagdnetzen, in welche das Wild getrieben wird, Xen. Cyn. 6, 10. 21. – Vgl. [[στίχος]] u. [[στόχος]].
}}
{{ls
|lstext='''στοῖχος''': ὁ, ([[στείχω]], πρβλ. [[στίχος]]) [[σειρά]], «ἀράδα», στοῖχοι τῶν ἀναβαθμῶν, σειρὰ βαθμίδων, κλῖμαξ, Ἡρόδ. 2. 125· ἰδίως, σειρὰ ἀνθρώπων ἱσταμένων τοῦ ἑνὸς [[ὄπισθεν]] τοῦ ἄλλου, [[οἷον]] ἐν πομπῇ, ἐπὶ στοίχου = στοιχήδόν, Ἀριστοφ. Ἐκκλ. 756· κατὰ στοῖχον Θουκ. 2. 102· κατὰ στοίχους Ἀριστοφ. Ἀποσπ. 45· -[[οὕτως]], ἐπὶ πλοίων, [[γραμμή]], Θουκ. 4. 47· διὰ στοίχων παρατάσσεσθαι Δίων Κ. 63. 4· ἐπὶ ἐλάφων νηχομένων, Ὀππ. Κυν. 2. 226· ἐπὶ τῶν σειρῶν τοῦ χοροῦ ἐν Ἑλληνικοῖς δράμασι, Πολύδ. Δ΄, 108, 109· - [[σειρά]], [[ζώνη]] ἢ [[στρῶμα]] πλίνθων, κτλ., ἐν τοιχοδρομίᾳ, Ἐπιδρομίᾳ, Ἐπιγραφὴ παρὰ τῷ Μüller Munim. Ath. σ. 36, ἴδε [[στοιχιαῖος]]· - ἀριθμητικὴ [[σειρά]], Ἀριστ. Μετὰ τὰ Φυσ. 13. 6, 2) ΙΙΙ σειρὰ πασσάλων [[μετὰ]] βρόχων πρὸς σύλληψιν τοῦ θηράματος, Ξεν. Κυκ. 6. 10 καὶ 21.
}}
}}
{{bailly
{{bailly
|btext=ου (ὁ) :<br />rang, rangée ; <i>particul.</i> ligne <i>ou</i> ordre de bataille.<br />'''Étymologie:''' [[στείχω]].
|btext=ου (ὁ) :<br />rang, rangée ; <i>particul.</i> ligne <i>ou</i> ordre de bataille.<br />'''Étymologie:''' [[στείχω]].
}}
{{elnl
|elnltext=στοῖχος -ου, ὁ [~ στείχω] [[rij]], [[linie]]:. διὰ δυοῖν στοίχοιν ὁπλιτῶν door twee rijen hoplieten heen Thuc. 4.47.3; ἐπὶ τὸν πρῶτον στοῖχον τῶν ἀναβαθμῶν op de eerste rij van de treden Hdt. 2.125.2; οὐ κατὰ στοῖχον κείμεναι niet in een rij liggend Thuc. 2.102.4; ἐπί στοίχου in de rij Aristoph. Eccl. 755.
}}
{{elru
|elrutext='''στοῖχος:''' ὁ<br /><b class="num">1</b> [[ряд]], [[линия]], [[вереница]] (τῶν ἀναβαθμῶν Her.; ὁπλιτῶν Thuc.): παραλλὰξ καὶ οὐ κατὰ στοῖχον Thuc. вперемежку, а не по прямой линии; ἐν στοίχοις τρισίν Aesch. в три ряда; ἐπὶ στοίχου εἶναι Arph. стоять рядами, быть выстроенным в линию;<br /><b class="num">2</b> [[числовой ряд]] Arst.;<br /><b class="num">3</b> [[ряд шестов]] (для расстановки звероловных сетей) Xen.
}}
{{ls
|lstext='''στοῖχος''': ὁ, ([[στείχω]], πρβλ. [[στίχος]]) [[σειρά]], «ἀράδα», στοῖχοι τῶν ἀναβαθμῶν, σειρὰ βαθμίδων, κλῖμαξ, Ἡρόδ. 2. 125· ἰδίως, σειρὰ ἀνθρώπων ἱσταμένων τοῦ ἑνὸς [[ὄπισθεν]] τοῦ ἄλλου, [[οἷον]] ἐν πομπῇ, ἐπὶ στοίχου = στοιχήδόν, Ἀριστοφ. Ἐκκλ. 756· κατὰ στοῖχον Θουκ. 2. 102· κατὰ στοίχους Ἀριστοφ. Ἀποσπ. 45· -[[οὕτως]], ἐπὶ πλοίων, [[γραμμή]], Θουκ. 4. 47· διὰ στοίχων παρατάσσεσθαι Δίων Κ. 63. 4· ἐπὶ ἐλάφων νηχομένων, Ὀππ. Κυν. 2. 226· ἐπὶ τῶν σειρῶν τοῦ χοροῦ ἐν Ἑλληνικοῖς δράμασι, Πολύδ. Δ΄, 108, 109· - [[σειρά]], [[ζώνη]] ἢ [[στρῶμα]] πλίνθων, κτλ., ἐν τοιχοδρομίᾳ, Ἐπιδρομίᾳ, Ἐπιγραφὴ παρὰ τῷ Μüller Munim. Ath. σ. 36, ἴδε [[στοιχιαῖος]]· - ἀριθμητικὴ [[σειρά]], Ἀριστ. Μετὰ τὰ Φυσ. 13. 6, 2) ΙΙΙ σειρὰ πασσάλων μετὰ βρόχων πρὸς σύλληψιν τοῦ θηράματος, Ξεν. Κυκ. 6. 10 καὶ 21.
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=ο / στοῑχος, ΝΑ<br /><b>1.</b> ευθύγραμμη [[διάταξη]] ή [[παράταξη]], [[σειρά]], [[αράδα]], [[γραμμή]] (α. «παρατάχθηκαν σε [[τρεις]] στοίχους» β. «νῆσοι κατὰ στοῑχον κείμεναι», <b>Θουκ.</b><br />γ. «ὁ [[πρῶτος]] στοῑχος τῶν ἀναβαθμῶν», <b>Ηρόδ.</b>)<br /><b>2.</b> <b>(δομ.)</b> καθεμιά από τις οριζόντιες σειρές από πέτρες ή πλίνθους τοιχοδομής<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[κιονοστοιχία]]<br /><b>2.</b> [[σειρά]] πασσάλων με βρόχους για τη [[σύλληψη]] θηράματος<br /><b>3.</b> [[ποιητικός]] [[στίχος]] («ἔπη ἀλλότρια τοῡ στοίχου τῆς ποιήσεως», Αφρικαν.)<br /><b>4.</b> αριθμητική [[σειρά]]<br /><b>5.</b> χρονολογική [[σειρά]] («οὐ κατὰ στοῑχον τῆς ἱδρύσεως ἀριθμουμένους τοὺς βωμούς», <b>Παυσ.</b>)<br /><b>6.</b> [[χρονικό]] [[διάστημα]] («τοῡ ἀλέκτορος τοῡδ' ὅντιν' οἰκίῃ στοίχων κήρυκα θύω», Ηρώνδ.)<br /><b>7.</b> ορισμένη χρονική [[περίοδος]] («τοῡ στοίχου καταλαβόντος τὴν ἡμετέραν βουλήν», πάπ.)<br /><b>8.</b> <b>φρ.</b> «ἐπὶ στοίχου» ή «κατὰ στοῑχον» — [[στοιχηδόν]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Η λ. ανάγεται στην ετεροιωμένη [[βαθμίδα]] <i>στοιχ</i>- του [[στείχω]] και συνδέεται με τα αλβ. <i>shtek</i>, <i>shtegu</i> «[[πέρασμα]], [[δρόμος]]», γοτθ. <i>staiga</i> και αρχ. άνω γερμ. <i>steiga</i> «[[μονοπάτι]]» (<b>βλ.</b> και λ. [[στείχω]])].
|mltxt=ο / στοῑχος, ΝΑ<br /><b>1.</b> ευθύγραμμη [[διάταξη]] ή [[παράταξη]], [[σειρά]], [[αράδα]], [[γραμμή]] (α. «παρατάχθηκαν σε [[τρεις]] στοίχους» β. «νῆσοι κατὰ στοῑχον κείμεναι», <b>Θουκ.</b><br />γ. «ὁ [[πρῶτος]] στοῑχος τῶν ἀναβαθμῶν», <b>Ηρόδ.</b>)<br /><b>2.</b> <b>(δομ.)</b> καθεμιά από τις οριζόντιες σειρές από πέτρες ή πλίνθους τοιχοδομής<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[κιονοστοιχία]]<br /><b>2.</b> [[σειρά]] πασσάλων με βρόχους για τη [[σύλληψη]] θηράματος<br /><b>3.</b> [[ποιητικός]] [[στίχος]] («ἔπη ἀλλότρια τοῦ στοίχου τῆς ποιήσεως», Αφρικαν.)<br /><b>4.</b> αριθμητική [[σειρά]]<br /><b>5.</b> χρονολογική [[σειρά]] («οὐ κατὰ στοῑχον τῆς ἱδρύσεως ἀριθμουμένους τοὺς βωμούς», <b>Παυσ.</b>)<br /><b>6.</b> [[χρονικό]] [[διάστημα]] («τοῦ ἀλέκτορος τοῦδ' ὅντιν' οἰκίῃ στοίχων κήρυκα θύω», Ηρώνδ.)<br /><b>7.</b> ορισμένη χρονική [[περίοδος]] («τοῦ στοίχου καταλαβόντος τὴν ἡμετέραν βουλήν», πάπ.)<br /><b>8.</b> <b>φρ.</b> «ἐπὶ στοίχου» ή «κατὰ στοῖχον» — [[στοιχηδόν]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Η λ. ανάγεται στην ετεροιωμένη [[βαθμίδα]] <i>στοιχ</i>- του [[στείχω]] και συνδέεται με τα αλβ. <i>shtek</i>, <i>shtegu</i> «[[πέρασμα]], [[δρόμος]]», γοτθ. <i>staiga</i> και αρχ. άνω γερμ. <i>steiga</i> «[[μονοπάτι]]» (<b>βλ.</b> και λ. [[στείχω]])].
}}
}}
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''στοῖχος:''' ὁ ([[στείχω]]),<br /><b class="num">I.</b> [[σειρά]], [[αράδα]]· στοῖχοι [[τῶν]] ἀναβαθμῶν, λέγεται για τη [[σειρά]] βαθμίδων, για την [[κλίμακα]], σε Ηρόδ.· <i>κατὰ στοῖχον</i>, σε [[σειρά]], κατά [[σειρά]], σε Θουκ.· λέγεται για πλοία, [[παράταξη]] των πλοίων σε στήλες, <i>ἐν στοίχοις τρισί</i>, σε Αισχύλ.· επίσης λέγεται για στρατιώτες, [[γραμμή]], [[παράταξη]], σε Θουκ.<br /><b class="num">II.</b> [[σειρά]] πασσάλων όπου προσδένονταν τα κυνηγετικά δίχτυα, σε Ξεν.
|lsmtext='''στοῖχος:''' ὁ ([[στείχω]]),<br /><b class="num">I.</b> [[σειρά]], [[αράδα]]· στοῖχοι τῶν ἀναβαθμῶν, λέγεται για τη [[σειρά]] βαθμίδων, για την [[κλίμακα]], σε Ηρόδ.· <i>κατὰ στοῖχον</i>, σε [[σειρά]], κατά [[σειρά]], σε Θουκ.· λέγεται για πλοία, [[παράταξη]] των πλοίων σε στήλες, <i>ἐν στοίχοις τρισί</i>, σε Αισχύλ.· επίσης λέγεται για στρατιώτες, [[γραμμή]], [[παράταξη]], σε Θουκ.<br /><b class="num">II.</b> [[σειρά]] πασσάλων όπου προσδένονταν τα κυνηγετικά δίχτυα, σε Ξεν.
}}
}}
{{elnl
{{mdlsj
|elnltext=στοῖχος -ου, ὁ [~ στείχω] rij, linie:. διὰ δυοῖν στοίχοιν ὁπλιτῶν door twee rijen hoplieten heen Thuc. 4.47.3; ἐπὶ τὸν πρῶτον στοῖχον τῶν ἀναβαθμῶν op de eerste rij van de treden Hdt. 2.125.2; οὐ κατὰ στοῖχον κείμεναι niet in een rij liggend Thuc. 2.102.4; ἐπί στοίχου in de rij Aristoph. Eccl. 755.
|mdlsjtxt=[[στοῖχος]], ὁ, [[στείχω]]<br /><b class="num">I.</b> a row, στοῖχοι τῶν ἀναβαθμῶν, of a [[flight]] of steps, Hdt.; κατὰ στοῖχον in a row, Thuc.: of ships, a [[column]], ἐν στοίχοις τρισί Aesch.; of soldiers, a [[file]], Thuc.<br /><b class="num">II.</b> a [[line]] of poles supporting [[hunting]]-nets, Xen.
}}
{{WoodhouseReversedUncategorized
|woodrun=[[file]], [[line]], [[row]], [[file of soldiers]]
}}
}}
{{elru
{{lxth
|elrutext='''στοῖχος:''' ὁ<br /><b class="num">1)</b> ряд, линия, вереница (τῶν ἀναβαθμῶν Her.; ὁπλιτῶν Thuc.): παραλλὰξ καὶ οὐ κατὰ στοῖχον Thuc. вперемежку, а не по прямой линии; ἐν στοίχοις τρισίν Aesch. в три ряда; ἐπὶ στοίχου εἶναι Arph. стоять рядами, быть выстроенным в линию;<br /><b class="num">2)</b> числовой ряд Arst.;<br /><b class="num">3)</b> ряд шестов (для расстановки звероловных сетей) Xen.
|lthtxt=''[[ordo]], [[series]]'', [[order]], [[succession]], [https://scaife.perseus.org/reader/urn:cts:greekLit:tlg0003.tlg001.perseus-grc2:2.102.4/ 2.102.4], [https://scaife.perseus.org/reader/urn:cts:greekLit:tlg0003.tlg001.perseus-grc2:4.47.3/ 4.47.3].
}}
}}