Anonymous

ζανεκέως: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "" to "·"
(16)
m (Text replacement - "" to "·")
Line 11: Line 11:
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''ζᾱνεκέως''': ἢ ζᾱνεκῶς, ἐπίρρ., Αἰολ. ἀντὶ διανεκῶς, ἐπανορθωθὲν ἐν Κορίνν. 9 - ἐφθαρμένον τι [[γλώσσημα]] τοῦ Ἡσυχ. ἀναφέρεται εἰς τοῦτον τὸν τύπον, «[[αἰζηνεκές]], διηνεκές, αἰώνιον».
|lstext='''ζᾱνεκέως''': ἢ ζᾱνεκῶς, ἐπίρρ., Αἰολ. ἀντὶ διανεκῶς, ἐπανορθωθὲν ἐν Κορίνν. - ἐφθαρμένον τι [[γλώσσημα]] τοῦ Ἡσυχ. ἀναφέρεται εἰς τοῦτον τὸν τύπον, «[[αἰζηνεκές]], διηνεκές, αἰώνιον».
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ζανεκέως]] και ζανεκῶς (Α)<br /><b>επίρρ.</b> αιολ. τ. του διηνεκώς, <b>βλ.</b> [[διηνεκής]].
|mltxt=[[ζανεκέως]] και ζανεκῶς (Α)<br /><b>επίρρ.</b> αιολ. τ. του διηνεκώς, <b>βλ.</b> [[διηνεκής]].
}}
}}