Anonymous

εἰσπέτομαι: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "˙" to "·"
(2)
m (Text replacement - "˙" to "·")
Line 14: Line 14:
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''εἰσπέτομαι''': μέλλ. πτήσομαι: ἀόρ. εἰσεπτάμην ([[ὡσεὶ]] ἐκ ῥήματος [[εἰσίπταμαι]]), ἀλλ’ [[ὡσαύτως]] ἐν ἐνεργ. τύπῳ -έπτην Ἀθήν. 395Α, Πλούτ., κτλ.: παθ. τις [[ἀόριστος]] -πετασθῆναι εὕρηται παρ’ Ἀριστ. ἐν Ἱστ. Ζ. 9. 40, 15: ― [[πέτομαι]] εἰς ἢ ἐντὸς..., μετ’ αἰτ., κοίλην εἰσέπτατο πέτρην Ἰλ. Φ. 494˙ εἰς τὸν ἀέρα Ἀριστοφ. Ὄρν. 1173˙ μεταφ. ἐπὶ φήμης, Ἡροδ. 9. 100, 101.
|lstext='''εἰσπέτομαι''': μέλλ. πτήσομαι: ἀόρ. εἰσεπτάμην ([[ὡσεὶ]] ἐκ ῥήματος [[εἰσίπταμαι]]), ἀλλ’ [[ὡσαύτως]] ἐν ἐνεργ. τύπῳ -έπτην Ἀθήν. 395Α, Πλούτ., κτλ.: παθ. τις [[ἀόριστος]] -πετασθῆναι εὕρηται παρ’ Ἀριστ. ἐν Ἱστ. Ζ. 9. 40, 15: ― [[πέτομαι]] εἰς ἢ ἐντὸς..., μετ’ αἰτ., κοίλην εἰσέπτατο πέτρην Ἰλ. Φ. 494· εἰς τὸν ἀέρα Ἀριστοφ. Ὄρν. 1173· μεταφ. ἐπὶ φήμης, Ἡροδ. 9. 100, 101.
}}
}}
{{bailly
{{bailly