Anonymous

ξυστός: Difference between revisions

From LSJ
No change in size ,  6 January 2019
m
Text replacement - "˙" to "·"
(2b)
m (Text replacement - "˙" to "·")
Line 14: Line 14:
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''ξυστός''': -όν, (ξύω) ἐξεσμένος διὰ μαχαίρας ἢ ξυήλης, Λατιν. rasus, ξυστὰ ἀκόντια Ἡρόδ. 2. 71˙ [[κάμαξ]] Ἀριστοφ. Ἀποσπ. 357˙ [[βέλος]] Ἀντιφάν. ἐν «Καινεῖ» ξ. [[τυρός]], ἐξεσμένος, τετριμμένος, ὁ αὐτ. ἐν «Κύκλωπι» μαχαίρᾳ ξύστ’ ἔχων τριχώματα, κεκαρμένα ἢ ἐξυρημένα, Ἔφιππος ἐν «Ναυαγῷ» 1. 6.
|lstext='''ξυστός''': -όν, (ξύω) ἐξεσμένος διὰ μαχαίρας ἢ ξυήλης, Λατιν. rasus, ξυστὰ ἀκόντια Ἡρόδ. 2. 71· [[κάμαξ]] Ἀριστοφ. Ἀποσπ. 357· [[βέλος]] Ἀντιφάν. ἐν «Καινεῖ» ξ. [[τυρός]], ἐξεσμένος, τετριμμένος, ὁ αὐτ. ἐν «Κύκλωπι» μαχαίρᾳ ξύστ’ ἔχων τριχώματα, κεκαρμένα ἢ ἐξυρημένα, Ἔφιππος ἐν «Ναυαγῷ» 1. 6.
}}
}}
{{bailly
{{bailly