Anonymous

κατερητύω: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "˙" to "·"
(nl)
m (Text replacement - "˙" to "·")
Line 14: Line 14:
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''κατερητύω''': μέλλ. -ύσω ῡ˙- κρατῶ [[ὀπίσω]], [[ἀναχαιτίζω]], λισσόμενοι κατερήτυον ἐν μεγάροισι Ἰλ. Ι. 465, Ὀδ. Ι. 31˙ φωνῇ… κατερήτυε Τ. 545˙ κατερητύσων ὁδὸν ἣν στέλλει Σοφ. Φιλ. 1416˙ κ. αὐδήν, θυμὸν Ὀρφ. Ἀργ. 1175, 1182, πρβλ. ἐρύκω καὶ [[κατερύκω]].
|lstext='''κατερητύω''': μέλλ. -ύσω ῡ·- κρατῶ [[ὀπίσω]], [[ἀναχαιτίζω]], λισσόμενοι κατερήτυον ἐν μεγάροισι Ἰλ. Ι. 465, Ὀδ. Ι. 31· φωνῇ… κατερήτυε Τ. 545· κατερητύσων ὁδὸν ἣν στέλλει Σοφ. Φιλ. 1416· κ. αὐδήν, θυμὸν Ὀρφ. Ἀργ. 1175, 1182, πρβλ. ἐρύκω καὶ [[κατερύκω]].
}}
}}
{{bailly
{{bailly