3,276,901
edits
(2) |
(1a) |
||
Line 24: | Line 24: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''ἄγρευμα:''' -ατος, τό ([[ἀγρεύω]]),<br /><b class="num">I.</b> αυτό που συλλαμβάνεται στο [[κυνήγι]], [[θήραμα]], [[κυνήγι]], [[λεία]], σε Ευρ.<br /><b class="num">II.</b> [[τρόπος]] κυνηγιού, [[μέσο]] θήρευσης, σε Αισχύλ.· λέγεται για το [[δίχτυ]] που ρίχθηκε στον Αγαμέμνονα, στον ίδ. | |lsmtext='''ἄγρευμα:''' -ατος, τό ([[ἀγρεύω]]),<br /><b class="num">I.</b> αυτό που συλλαμβάνεται στο [[κυνήγι]], [[θήραμα]], [[κυνήγι]], [[λεία]], σε Ευρ.<br /><b class="num">II.</b> [[τρόπος]] κυνηγιού, [[μέσο]] θήρευσης, σε Αισχύλ.· λέγεται για το [[δίχτυ]] που ρίχθηκε στον Αγαμέμνονα, στον ίδ. | ||
}} | |||
{{mdlsj | |||
|mdlsjtxt=[[ἀγρεύω]]<br /><b class="num">I.</b> that [[which]] is taken in [[hunting]], [[booty]], [[prey]], [[spoil]], Eur.<br /><b class="num">II.</b> a [[means]] of [[catching]], Aesch.; of the net thrown [[over]] [[Agamemnon]], Aesch. | |||
}} | }} |