3,274,917
edits
(2) |
(1a) |
||
Line 13: | Line 13: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''ἀγκοίνη:''' ἡ ([[ἄγκος]]), ποιητ. αντί [[ἀγκάλη]] ή [[ἀγκών]], λυγισμένος [[βραχίονας]], μόνο στον πληθ., σε Όμηρ. | |lsmtext='''ἀγκοίνη:''' ἡ ([[ἄγκος]]), ποιητ. αντί [[ἀγκάλη]] ή [[ἀγκών]], λυγισμένος [[βραχίονας]], μόνο στον πληθ., σε Όμηρ. | ||
}} | |||
{{mdlsj | |||
|mdlsjtxt=[[ἄγκος]]<br />poet. for [[ἀγκάλη]] or [[ἀγκών]], the [[bent]] arm, only in pl., Hom. | |||
}} | }} |