Anonymous

σκίρον: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "————————" to "<br />"
(2b)
m (Text replacement - "————————" to "<br />")
Line 20: Line 20:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=και [[σκίρρον]] και εσφ. γρφ. σκῡρον, τὸ, ΜΑ<br /><b>μσν.</b><br />[[εσχάρα]] έλκους, [[κρούστα]], [[κάκαδο]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> ο [[εξωτερικός]] [[φλοιός]] του τυριού<br /><b>2.</b> αποξηραμένες βρομιές, ακαθαρσίες.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[σκῖρος]], (<i>ὁ</i>) «σκληρή γη» με [[αλλαγή]] γένους. Ο τ. [[σκῦρον]] [[είναι]] εσφ. γρφ., πιθ. κατ' [[επίδραση]] του [[σκῦρος]] «σκληρή γη»].———————— τὸ, Α<br /><b>1.</b> πλατύγυρο [[λευκό]] [[σκιάδιο]] το οποίο κρατούσαν οι Ετεοβουτάδες [[πάνω]] από τα κεφάλια της ιέρειας της Αθηνάς και τών ιερέων του Ποσειδώνος και του Ηλίου στην [[πομπή]] από την αθηναϊκή [[ακρόπολη]] [[μέχρι]] την [[τοποθεσία]] που ονομαζόταν Σκίρον ή Σκῑρον, [[κατά]] την [[εορτή]] της Αθηνάς<br /><b>2.</b> [[λευκό]] [[σκιάδιο]] το οποίο κρατούσε ο [[ιερέας]] του Ερεχθέως [[κατά]] την [[εορτή]] της Σκιράδος Αθηνάς στις 12 του [[μήνα]] Σκιροφοριώνος<br /><b>3.</b> (<b>στον πληθ. ως κύριο όν.</b>) <i>τὰ [[Σκίρα]]<br />[[εορτή]] την οποία τελούσαν οι Αθηναίοι [[κατά]] τον [[μήνα]] Σκιροφοριώνα, [[δηλαδή]] [[περί]] τα [[τέλη]] Ιουνίου, [[προς]] τιμήν της Σκιράδος Αθηνάς, του Φυταλμίου Ποσειδώνος, της Δήμητρος και της Κόρης, αλλ. [[Σκιροφόρια]]<br /><b>4.</b> <b>φρ.</b> «τῇ δωδεκάτῃ τῶν [[Σκίρων]]» — στις 12 του [[μήνα]] Σκιροφοριώνος.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Τ. [[τεχνικός]] και [[θρησκευτικός]], άγνωστης ετυμολ. Αμφίβολη [[είναι]] η [[σύνδεση]] του τ. τόσο με τη λ. [[σκιά]] (λόγω της σημ. «[[σκιάδιον]]») όσο και με τους τ.: γοτθ. <i>skeirs</i>, ισλδ. <i>sk</i><i>ī</i><i>rr</i>, γερμ. <i>Schier</i> «[[λάμψη]]». Αβέβαιη, [[τέλος]], θεωρείται και η [[σύνδεση]] της λ. με το [[τοπωνύμιο]] <i>Σκῖρος</i> (<b>πρβλ.</b> [[σκίραφος]] και [[σκῖρος]])].
|mltxt=και [[σκίρρον]] και εσφ. γρφ. σκῡρον, τὸ, ΜΑ<br /><b>μσν.</b><br />[[εσχάρα]] έλκους, [[κρούστα]], [[κάκαδο]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> ο [[εξωτερικός]] [[φλοιός]] του τυριού<br /><b>2.</b> αποξηραμένες βρομιές, ακαθαρσίες.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[σκῖρος]], (<i>ὁ</i>) «σκληρή γη» με [[αλλαγή]] γένους. Ο τ. [[σκῦρον]] [[είναι]] εσφ. γρφ., πιθ. κατ' [[επίδραση]] του [[σκῦρος]] «σκληρή γη»].<br /> τὸ, Α<br /><b>1.</b> πλατύγυρο [[λευκό]] [[σκιάδιο]] το οποίο κρατούσαν οι Ετεοβουτάδες [[πάνω]] από τα κεφάλια της ιέρειας της Αθηνάς και τών ιερέων του Ποσειδώνος και του Ηλίου στην [[πομπή]] από την αθηναϊκή [[ακρόπολη]] [[μέχρι]] την [[τοποθεσία]] που ονομαζόταν Σκίρον ή Σκῑρον, [[κατά]] την [[εορτή]] της Αθηνάς<br /><b>2.</b> [[λευκό]] [[σκιάδιο]] το οποίο κρατούσε ο [[ιερέας]] του Ερεχθέως [[κατά]] την [[εορτή]] της Σκιράδος Αθηνάς στις 12 του [[μήνα]] Σκιροφοριώνος<br /><b>3.</b> (<b>στον πληθ. ως κύριο όν.</b>) <i>τὰ [[Σκίρα]]<br />[[εορτή]] την οποία τελούσαν οι Αθηναίοι [[κατά]] τον [[μήνα]] Σκιροφοριώνα, [[δηλαδή]] [[περί]] τα [[τέλη]] Ιουνίου, [[προς]] τιμήν της Σκιράδος Αθηνάς, του Φυταλμίου Ποσειδώνος, της Δήμητρος και της Κόρης, αλλ. [[Σκιροφόρια]]<br /><b>4.</b> <b>φρ.</b> «τῇ δωδεκάτῃ τῶν [[Σκίρων]]» — στις 12 του [[μήνα]] Σκιροφοριώνος.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Τ. [[τεχνικός]] και [[θρησκευτικός]], άγνωστης ετυμολ. Αμφίβολη [[είναι]] η [[σύνδεση]] του τ. τόσο με τη λ. [[σκιά]] (λόγω της σημ. «[[σκιάδιον]]») όσο και με τους τ.: γοτθ. <i>skeirs</i>, ισλδ. <i>sk</i><i>ī</i><i>rr</i>, γερμ. <i>Schier</i> «[[λάμψη]]». Αβέβαιη, [[τέλος]], θεωρείται και η [[σύνδεση]] της λ. με το [[τοπωνύμιο]] <i>Σκῖρος</i> (<b>πρβλ.</b> [[σκίραφος]] και [[σκῖρος]])].
}}
}}
{{lsm
{{lsm