Anonymous

αἰσχρήμων: Difference between revisions

From LSJ
1a
(2)
(1a)
Line 18: Line 18:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''αἰσχρήμων:''' -ον, γεν. <i>-ονος</i> ([[αἰσχρός]]), αναίσχυντος, [[αδιάντροπος]], [[ακόλαστος]], [[αχρείος]], σε Ανθ.
|lsmtext='''αἰσχρήμων:''' -ον, γεν. <i>-ονος</i> ([[αἰσχρός]]), αναίσχυντος, [[αδιάντροπος]], [[ακόλαστος]], [[αχρείος]], σε Ανθ.
}}
{{mdlsj
|mdlsjtxt=[[αἰσχρός]]<br />[[shameful]], Anth.
}}
}}