3,273,145
edits
(4) |
(1ab) |
||
Line 27: | Line 27: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''δορίπονος:''' -ον, αυτός που υφίσταται κακουχίες από το [[δόρυ]], δηλ. από τον πόλεμο, σε Αισχύλ., Ευρ. | |lsmtext='''δορίπονος:''' -ον, αυτός που υφίσταται κακουχίες από το [[δόρυ]], δηλ. από τον πόλεμο, σε Αισχύλ., Ευρ. | ||
}} | |||
{{mdlsj | |||
|mdlsjtxt=[[δορί]]-πονος, ον <i>adj</i><br />toiling with the [[spear]], Aesch., Eur. | |||
}} | }} |