Anonymous

δύσκρατος: Difference between revisions

From LSJ
1ab
(4)
(1ab)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''δύσκρᾱτος:''' -ον ([[κεράννυμι]]), αυτός που έχει άσχημη [[κράση]], [[ιδιοσυγκρασία]], [[νοσηρός]], σε Στράβ.
|lsmtext='''δύσκρᾱτος:''' -ον ([[κεράννυμι]]), αυτός που έχει άσχημη [[κράση]], [[ιδιοσυγκρασία]], [[νοσηρός]], σε Στράβ.
}}
{{mdlsj
|mdlsjtxt=δύσκρᾱτος, ον [[κεράννυμι]]<br />of bad [[temperament]], Strab.
}}
}}