Anonymous

προστακτικός: Difference between revisions

From LSJ
1b
(nl)
(1b)
Line 30: Line 30:
{{elnl
{{elnl
|elnltext=προστακτικός -ή -όν [προστάσσω] bevelend:. προστακτικήν τινα... ἔχων βραχυλογίαν met een bazige bondigheid van spreken Plut. Phoc. 5.3.
|elnltext=προστακτικός -ή -όν [προστάσσω] bevelend:. προστακτικήν τινα... ἔχων βραχυλογίαν met een bazige bondigheid van spreken Plut. Phoc. 5.3.
}}
{{mdlsj
|mdlsjtxt=προσ-[[τακτικός]], ή, όν [[προστακτός]]<br />of or for [[commanding]], [[imperative]], Plut.
}}
}}