3,277,286
edits
(5) |
(1ba) |
||
Line 24: | Line 24: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''ξῠλοφάγος:''' [ᾰ],-ον ([[φαγεῖν]]), αυτός που τρώει το [[ξύλο]]· λέγεται για τον σκώληκα που αναπτύσσεται στα δέντρα, σε Στράβ. | |lsmtext='''ξῠλοφάγος:''' [ᾰ],-ον ([[φαγεῖν]]), αυτός που τρώει το [[ξύλο]]· λέγεται για τον σκώληκα που αναπτύσσεται στα δέντρα, σε Στράβ. | ||
}} | |||
{{mdlsj | |||
|mdlsjtxt=ξῠλο-[[φάγος]], ον, [φᾰγεῖν]<br />[[eating]] [[wood]], Strab. | |||
}} | }} |