Anonymous

ἀναπετάννυμι: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "<i>ο [[" to "ο [["
(1a)
m (Text replacement - "<i>ο [[" to "ο [[")
Line 23: Line 23:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=και -ύω (Α [[ἀναπετάννυμι]] και ποιητ. [[ἀμπετάννυμι]] και -ύω και ἀναπετῶ) [[πετάννυμι]]<br /><b>1.</b> [[ανοίγω]] διάπλατα, [[απλώνω]], [[ξεδιπλώνω]]<br /><b>2.</b> (μτχ. παθ. πρκμ.) <i>ο [[αναπεπταμένος]] αυτός που εκτείνεται σε ανοιχτό ή μεγάλο χώρο<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[φανερώνω]], [[εκθέτω]]<br /><b>2.</b> [[διαχέω]], [[διασκορπίζω]]<br /><b>3.</b> <b>μέσ.</b> ξαπλώνομαι [[φαρδύς]] [[πλατύς]].
|mltxt=και -ύω (Α [[ἀναπετάννυμι]] και ποιητ. [[ἀμπετάννυμι]] και -ύω και ἀναπετῶ) [[πετάννυμι]]<br /><b>1.</b> [[ανοίγω]] διάπλατα, [[απλώνω]], [[ξεδιπλώνω]]<br /><b>2.</b> (μτχ. παθ. πρκμ.) ο [[αναπεπταμένος]] αυτός που εκτείνεται σε ανοιχτό ή μεγάλο χώρο<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[φανερώνω]], [[εκθέτω]]<br /><b>2.</b> [[διαχέω]], [[διασκορπίζω]]<br /><b>3.</b> <b>μέσ.</b> ξαπλώνομαι [[φαρδύς]] [[πλατύς]].
}}
}}
{{lsm
{{lsm