Anonymous

ἄλφα: Difference between revisions

From LSJ
3 bytes removed ,  14 January 2019
m
Text replacement - "<i>τὰ [[" to "τὰ [["
(1)
m (Text replacement - "<i>τὰ [[" to "τὰ [[")
Line 20: Line 20:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=το (Α [[ἄλφα]]) (άκλιτο)<br /><b>1.</b> το πρώτο [[γράμμα]] του ελληνικού αλφαβήτου (Α, α)<br /><b>2.</b> <b>φρ.</b> «δεν ξέρει [[ούτε]] το [[άλφα]]», [[είναι]] εντελώς [[αναλφάβητος]] (αρχ. «ἐπίσταται δ’ οὐδ’ [[ἄλφα]] συλλαβὴν [[γνῶναι]]»)<br />(<b>νεοελλ.-μσν.</b>) (για τον Χριστό) «το Άλφα και το Ωμέγα», η [[αρχή]] και το [[τέλος]], η [[αρχή]] τών πάντων, η μόνη [[αρχή]] [<b>βλ.</b> και <i>Α</i>, <i>α</i>]<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> αρχικό [[σημείο]], [[έναρξη]], [[αρχή]]<br /><b>2.</b> <b>φρ.</b> «τά είπε από το [[άλφα]] ώς το [[ωμέγα]]», με [[κάθε]] [[λεπτομέρεια]]<br />«ώσπου να πεις α ([[άλφα]])», υπερβολικά [[γρήγορα]] (<b>[[πρβλ]].</b> «ώσπου να πεις [[κύμινο]]»)<br /><b>μσν.</b><br />το [[αλφάδι]] του ξυλουργού.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Άκλιτη λ. (<b>[[πρβλ]].</b> πληθ. <i>τὰ [[ἄλφα]]), που απαντά για πρώτη [[φορά]] στον <i>Κρατύλο</i> του Πλάτωνος. Η λ. [[είναι]] [[επίσης]] γνωστή από τη [[φράση]] «το [[άλφα]] και το ω». Πρόκειται για [[δάνειο]] σημιτικής προελεύσεως (<b>[[πρβλ]].</b> εβραϊκό <i>aleph</i> και λ. <i>Α</i>, <i>α</i>). Το ληκτικό [[μόρφημα]] της λ. <i>ἄλφ</i>-<i>α</i> αναπτύχθηκε στην Ελληνική, [[επειδή]] το ληκτικό [[μόρφημα]] -<i>φ</i> της αντίστοιχης σημιτικής λ. δεν αποτελεί [[στοιχείο]] του συστήματος τών ληκτικών μορφημάτων της Ελληνικής.<br /><b><span style="color: brown;">ΠΑΡ.</span></b> <b>μσν.-νεοελλ.</b> [[αλφαβητάριο]] <b>νεοελλ.</b> [[αλφαβητικός]].<br /><b><span style="color: brown;">ΣΥΝΘ.</span></b> <b>μσν.-νεοελλ.</b> [[αλφάβητος]], [[αλφάδι]], [[αλφάρι]]<br /><b>νεοελλ.</b><br />[[αλφαβήτα]]].
|mltxt=το (Α [[ἄλφα]]) (άκλιτο)<br /><b>1.</b> το πρώτο [[γράμμα]] του ελληνικού αλφαβήτου (Α, α)<br /><b>2.</b> <b>φρ.</b> «δεν ξέρει [[ούτε]] το [[άλφα]]», [[είναι]] εντελώς [[αναλφάβητος]] (αρχ. «ἐπίσταται δ’ οὐδ’ [[ἄλφα]] συλλαβὴν [[γνῶναι]]»)<br />(<b>νεοελλ.-μσν.</b>) (για τον Χριστό) «το Άλφα και το Ωμέγα», η [[αρχή]] και το [[τέλος]], η [[αρχή]] τών πάντων, η μόνη [[αρχή]] [<b>βλ.</b> και <i>Α</i>, <i>α</i>]<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> αρχικό [[σημείο]], [[έναρξη]], [[αρχή]]<br /><b>2.</b> <b>φρ.</b> «τά είπε από το [[άλφα]] ώς το [[ωμέγα]]», με [[κάθε]] [[λεπτομέρεια]]<br />«ώσπου να πεις α ([[άλφα]])», υπερβολικά [[γρήγορα]] (<b>[[πρβλ]].</b> «ώσπου να πεις [[κύμινο]]»)<br /><b>μσν.</b><br />το [[αλφάδι]] του ξυλουργού.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Άκλιτη λ. (<b>[[πρβλ]].</b> πληθ. τὰ [[ἄλφα]]), που απαντά για πρώτη [[φορά]] στον <i>Κρατύλο</i> του Πλάτωνος. Η λ. [[είναι]] [[επίσης]] γνωστή από τη [[φράση]] «το [[άλφα]] και το ω». Πρόκειται για [[δάνειο]] σημιτικής προελεύσεως (<b>[[πρβλ]].</b> εβραϊκό <i>aleph</i> και λ. <i>Α</i>, <i>α</i>). Το ληκτικό [[μόρφημα]] της λ. <i>ἄλφ</i>-<i>α</i> αναπτύχθηκε στην Ελληνική, [[επειδή]] το ληκτικό [[μόρφημα]] -<i>φ</i> της αντίστοιχης σημιτικής λ. δεν αποτελεί [[στοιχείο]] του συστήματος τών ληκτικών μορφημάτων της Ελληνικής.<br /><b><span style="color: brown;">ΠΑΡ.</span></b> <b>μσν.-νεοελλ.</b> [[αλφαβητάριο]] <b>νεοελλ.</b> [[αλφαβητικός]].<br /><b><span style="color: brown;">ΣΥΝΘ.</span></b> <b>μσν.-νεοελλ.</b> [[αλφάβητος]], [[αλφάδι]], [[αλφάρι]]<br /><b>νεοελλ.</b><br />[[αλφαβήτα]]].
}}
}}
{{elru
{{elru