Anonymous

αντιπάσχω: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "<i>τὸ [[" to "τὸ [["
(5)
 
m (Text replacement - "<i>τὸ [[" to "τὸ [[")
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ἀντιπάσχω]] (AM)<br /><b>μσν.</b><br />[[υφίσταμαι]] [[κάτι]] συμμετέχοντας στα παθήματα άλλου<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[υποφέρω]] με τη [[σειρά]] μου, [[παθαίνω]] [[κακό]] [[μετά]] από [[κακό]] που προξένησα<br /><b>2.</b> ευεργετούμαι για [[ευεργεσία]] που έκανα<br /><b>3.</b> [[είμαι]] [[ανάλογος]] [[προς]] κάποιον [[άλλο]]<br /><b>4.</b> [[είμαι]] αντίθετης φύσης με [[κάτι]]<br /><b>5.</b> «[[λόγος]] ἀντιπεπονθώς» — ο αντιστρόφως [[ανάλογος]]<br /><b>6.</b> <b>το ουδ. ως ουσ.</b> <i>τὸ [[ἀντιπεπονθός]]<br />[[αμοιβαιότητα]]<br /><b>7.</b> <i>τὰ ἀντιπεπονθότα</i><br />ρήματα αυτοπαθή<br /><b>8.</b> <b>επίρρ.</b> [[ἀντιπεπονθότως]]<br />αμοιβαία.
|mltxt=[[ἀντιπάσχω]] (AM)<br /><b>μσν.</b><br />[[υφίσταμαι]] [[κάτι]] συμμετέχοντας στα παθήματα άλλου<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[υποφέρω]] με τη [[σειρά]] μου, [[παθαίνω]] [[κακό]] [[μετά]] από [[κακό]] που προξένησα<br /><b>2.</b> ευεργετούμαι για [[ευεργεσία]] που έκανα<br /><b>3.</b> [[είμαι]] [[ανάλογος]] [[προς]] κάποιον [[άλλο]]<br /><b>4.</b> [[είμαι]] αντίθετης φύσης με [[κάτι]]<br /><b>5.</b> «[[λόγος]] ἀντιπεπονθώς» — ο αντιστρόφως [[ανάλογος]]<br /><b>6.</b> <b>το ουδ. ως ουσ.</b> τὸ [[ἀντιπεπονθός]]<br />[[αμοιβαιότητα]]<br /><b>7.</b> <i>τὰ ἀντιπεπονθότα</i><br />ρήματα αυτοπαθή<br /><b>8.</b> <b>επίρρ.</b> [[ἀντιπεπονθότως]]<br />αμοιβαία.
}}
}}