Anonymous

ἐπίσταθμος: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "<i>ὁ [[" to "ὁ [["
m (Text replacement - "<i>τὰ [[" to "τὰ [[")
m (Text replacement - "<i>ὁ [[" to "ὁ [[")
Line 20: Line 20:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=-η, -ο (Α [[ἐπίσταθμος]], -ον) [[σταθμός]]<br />αυτός που σταθμεύει σε έναν [[τόπο]]<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>το αρσ. ως ουσ.</b> ο [[επίσταθμος]]<br />ο [[επιμελητής]] της επισταθμίας, αυτός που πήρε [[εντολή]] να προετοιμάσει [[επισταθμία]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> ο [[φρουρός]] στην είσοδο σταθμού<br /><b>2.</b> ο [[υπεύθυνος]] του συμποσίου<br /><b>3.</b> <b>το αρσ. ως ουσ.</b> <i>ὁ [[ἐπίσταθμος]]<br />[[επόπτης]] της διοίκησης<br /><b>4.</b> (<b>το ουδ. πληθ. ως ουσ.</b>) τὰ [[ἐπίσταθμα]]<br />πρόσθετα [[σταθμά]].
|mltxt=-η, -ο (Α [[ἐπίσταθμος]], -ον) [[σταθμός]]<br />αυτός που σταθμεύει σε έναν [[τόπο]]<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>το αρσ. ως ουσ.</b> ο [[επίσταθμος]]<br />ο [[επιμελητής]] της επισταθμίας, αυτός που πήρε [[εντολή]] να προετοιμάσει [[επισταθμία]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> ο [[φρουρός]] στην είσοδο σταθμού<br /><b>2.</b> ο [[υπεύθυνος]] του συμποσίου<br /><b>3.</b> <b>το αρσ. ως ουσ.</b> ὁ [[ἐπίσταθμος]]<br />[[επόπτης]] της διοίκησης<br /><b>4.</b> (<b>το ουδ. πληθ. ως ουσ.</b>) τὰ [[ἐπίσταθμα]]<br />πρόσθετα [[σταθμά]].
}}
}}
{{lsm
{{lsm