Anonymous

ἐπίσειστος: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "<i>ὁ [[" to "ὁ [["
(1ab)
m (Text replacement - "<i>ὁ [[" to "ὁ [[")
Line 20: Line 20:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ἐπίσειστος]], -ον (Α) [[επισείω]]<br /><b>1.</b> ([[κυρίως]] για μαλλιά) αυτός που σείεται, που κυματίζει, που κυμαίνεται<br /><b>2.</b> <i>([[κατά]] τον <b>Ησύχ.</b>)</i> «[[εἶδος]] κουρᾱς»<br /><b>3.</b> <b>το αρσ. ως ουσ.</b> <i>ὁ [[ἐπίσειστος]]<br />(στην αρχ. [[κωμωδία]]) [[προσωπείο]] με [[τρίχες]] που κρέμονται στο [[μέτωπο]].
|mltxt=[[ἐπίσειστος]], -ον (Α) [[επισείω]]<br /><b>1.</b> ([[κυρίως]] για μαλλιά) αυτός που σείεται, που κυματίζει, που κυμαίνεται<br /><b>2.</b> <i>([[κατά]] τον <b>Ησύχ.</b>)</i> «[[εἶδος]] κουρᾱς»<br /><b>3.</b> <b>το αρσ. ως ουσ.</b> ὁ [[ἐπίσειστος]]<br />(στην αρχ. [[κωμωδία]]) [[προσωπείο]] με [[τρίχες]] που κρέμονται στο [[μέτωπο]].
}}
}}
{{lsm
{{lsm