3,273,446
edits
m (Text replacement - "<i>ἡ [[" to "ἡ [[") |
m (Text replacement - "τοῡ" to "τοῦ") |
||
Line 23: | Line 23: | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=-ή, -ό (AM [[γραμματικός]], -ή, -όν)<br />Ι. αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στα γράμματα ή στη [[γραμματική]] («γραμματικοί κανόνες», «γραμματικές παρατηρήσεις», «[[γραμματικά]] σφάλματα»)<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>φρ.</b><br /><b>1.</b> «γραμματικό [[γένος]]» — [[χαρακτηρισμός]] που αναφέρεται στη γλωσσική [[έκφραση]] και όχι στη [[φυσική]] [[πραγματικότητα]] (π. χ. το [[χελιδόνι]] έχει ουδέτερο το γραμματικό του [[γένος]], ενώ έχει [[αρσενικό]] ή θηλυκό το [[φυσικό]])<br /><b>2.</b> «[[γραμματική]] [[ερμηνεία]]» (του νόμου)<br />[[ερμηνεία]] του νόμου [[κατά]] [[γράμμα]], βασισμένη αποκλειστικά στη [[διατύπωση]] του κειμένου του<br />II. <b>το αρσ. ως ουσ.</b> [[γραμματικός]], ο<br /><b>1.</b> ο [[γραμματοδιδάσκαλος]], αυτός που διδάσκει τα [[πρώτα]] γράμματα στους μαθητές<br /><b>2.</b> [[κριτικός]], [[ερμηνευτής]] τών αρχαίων κειμένων (και [[κυρίως]] του ομηρικού)<br /><b>3.</b> [[γραμματέας]]<br /><b>αρχ.</b><br />[[εγγράμματος]], μορφωμένος<br />III. <b>το θηλ. ως ουσ.</b> [[γραμματική]], <i>η</i><br />(στα αρχ. και ως επίθ., «γραμματικὴ [[τέχνη]], [[ἐπιστήμη]]»)<br />η [[επιστήμη]] που ασχολείται με το [[τυπικό]] της γλώσσας και τον καθορισμό τών νόμων της<br />(<b>μσν. νεοελλ.</b>) <b>φρ.</b> «Γραμματική της Μουσικής» — [[πραγματεία]] θεωρίας της βυζαντινής μουσικής<br /><b>νεοελλ.</b><br />[[εγχειρίδιο]] για τη [[διδασκαλία]] της γραμματικής<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[πολυμάθεια]], [[παιδεία]]<br /><b>2.</b> το [[αλφάβητο]]<br />IV. (<b>το ουδ. πληθ. ως ουσ.</b>) [[γραμματικά]], <i>τα</i><br />τα [[πρώτα]] γράμματα, η εγκύκλιο [[μόρφωση]] («ἔμαθον τὰ γραμματικὰ [[μετὰ]] πολλοῡ | |mltxt=-ή, -ό (AM [[γραμματικός]], -ή, -όν)<br />Ι. αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στα γράμματα ή στη [[γραμματική]] («γραμματικοί κανόνες», «γραμματικές παρατηρήσεις», «[[γραμματικά]] σφάλματα»)<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>φρ.</b><br /><b>1.</b> «γραμματικό [[γένος]]» — [[χαρακτηρισμός]] που αναφέρεται στη γλωσσική [[έκφραση]] και όχι στη [[φυσική]] [[πραγματικότητα]] (π. χ. το [[χελιδόνι]] έχει ουδέτερο το γραμματικό του [[γένος]], ενώ έχει [[αρσενικό]] ή θηλυκό το [[φυσικό]])<br /><b>2.</b> «[[γραμματική]] [[ερμηνεία]]» (του νόμου)<br />[[ερμηνεία]] του νόμου [[κατά]] [[γράμμα]], βασισμένη αποκλειστικά στη [[διατύπωση]] του κειμένου του<br />II. <b>το αρσ. ως ουσ.</b> [[γραμματικός]], ο<br /><b>1.</b> ο [[γραμματοδιδάσκαλος]], αυτός που διδάσκει τα [[πρώτα]] γράμματα στους μαθητές<br /><b>2.</b> [[κριτικός]], [[ερμηνευτής]] τών αρχαίων κειμένων (και [[κυρίως]] του ομηρικού)<br /><b>3.</b> [[γραμματέας]]<br /><b>αρχ.</b><br />[[εγγράμματος]], μορφωμένος<br />III. <b>το θηλ. ως ουσ.</b> [[γραμματική]], <i>η</i><br />(στα αρχ. και ως επίθ., «γραμματικὴ [[τέχνη]], [[ἐπιστήμη]]»)<br />η [[επιστήμη]] που ασχολείται με το [[τυπικό]] της γλώσσας και τον καθορισμό τών νόμων της<br />(<b>μσν. νεοελλ.</b>) <b>φρ.</b> «Γραμματική της Μουσικής» — [[πραγματεία]] θεωρίας της βυζαντινής μουσικής<br /><b>νεοελλ.</b><br />[[εγχειρίδιο]] για τη [[διδασκαλία]] της γραμματικής<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[πολυμάθεια]], [[παιδεία]]<br /><b>2.</b> το [[αλφάβητο]]<br />IV. (<b>το ουδ. πληθ. ως ουσ.</b>) [[γραμματικά]], <i>τα</i><br />τα [[πρώτα]] γράμματα, η εγκύκλιο [[μόρφωση]] («ἔμαθον τὰ γραμματικὰ [[μετὰ]] πολλοῡ τοῦ κόπου», Θ. Πρόδρ.).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[γράμμα]] (-<i>ατος</i>). Ο όρος [[γραμματική]] με τη [[σημασία]] με την οποία χρησιμοποιείται [[σήμερα]] πρωτοεμφανίστηκε ήδη στην [[εποχή]] τών Αλεξανδρινών, στο [[βιβλίο]] <i>Τέχνη Γραμματική</i> του Διονυσίου του Θρακός ([[γύρω]] στο 100 π. Χ.). Το [[έργο]] αυτό [[είναι]] η πρώτη [[γραμματική]] που συντάχθηκε στον ευρωπαϊκό χώρο, σ' αυτό δε στηρίχτηκαν όλοι οι μεταγενέστεροι γραμματικοί [[μέχρι]] τη σχολική [[γραμματική]] τών ημερών μας]. | ||
}} | }} | ||
{{lsm | {{lsm |