Anonymous

πλευρικός: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "τοῡ" to "τοῦ"
(33)
m (Text replacement - "τοῡ" to "τοῦ")
Line 17: Line 17:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=-ή, -ό / [[πλευρικός]], -ή, -όν, ΝΜΑ [[πλευρά]]<br /><b>1.</b> αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στην [[πλευρά]] του σώματος («πλευρικό [[τόξο]]).<br /><b>2.</b> <b>φρ.</b> «πλευρικοί αριθμοί» — οι αριθμοί που ορίστηκαν από τον πλατωνικό φιλόσοφο και μαθηματικό Θέωνα τον Σμυρναίο και η [[ονομασία]] τους οφείλεται στη [[γεωμετρική]] [[ερμηνεία]] τών αναδρομικών σχέσεων<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> αυτός που γίνεται ή προέρχεται από το [[πλευρό]], από τα [[πλάγια]] (α. «πλευρικές κινήσεις του εχθρού» β. «πλευρική [[επίθεση]]»)<br /><b>2.</b> <b>φρ.</b> α) «πλευρική [[έκκριση]]»<br /><b>γεωλ.</b> γεωλογική διεργασία [[κατά]] την οποία τα μεταλλοφόρα ορυκτά, [[αφού]] αποχωριστούν από το μητρικό [[πέτρωμα]] ως υδατικά διαλύματα αποτίθενται εκ νέου [[μέσα]] σε παρακείμενα ανοίγματα<br />β) «πλευρικό [[τόξο]]» — [[τόξο]] που σχηματίζεται από τους πλευρικούς χόνδρους της 8ης, 9ης και 10ης πλευράς, με τους οποίους συνδέονται οι πλευρές με το [[στέρνο]]<br />γ) «[[πλευρικός]] [[χόνδρος]]» ο [[χόνδρος]] που συντάσσει [[κάθε]] [[πλευρά]] με το [[στέρνο]] ή με την υπερκείμενη [[πλευρά]]<br />δ) «πλευρική [[αύλακα]]» — [[αύλακα]] στην εσωτερική [[επιφάνεια]] τών πλευρών [[προς]] το [[κάτω]] [[χείλος]]<br />ε) «πλευρικό [[μερίστωμα]]»<br /><b>βοτ.</b> [[μερίστωμα]] δευτερογενές που δημιουργείται από μόνιμα κύτταρα στα οποία επανέρχεται η [[ικανότητα]] διαίρεσης<br />στ) «πλευρική [[ζώνη]] διαμόρφωσης» <b>(επικοιν.)</b> καθένα από τα φάσματα συχνοτήτων που εμφανίζονται και στις δύο πλευρές της συχνότητας του φέροντος κύματος<br /><b>αρχ.</b><br />(<b>το ουδ. πληθ. ως ουσ.</b>) <i>τὰ πλευρικά</i><br />οι πλευρές («τὰ πλευρικὰ τοῡ βοός»).
|mltxt=-ή, -ό / [[πλευρικός]], -ή, -όν, ΝΜΑ [[πλευρά]]<br /><b>1.</b> αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στην [[πλευρά]] του σώματος («πλευρικό [[τόξο]]).<br /><b>2.</b> <b>φρ.</b> «πλευρικοί αριθμοί» — οι αριθμοί που ορίστηκαν από τον πλατωνικό φιλόσοφο και μαθηματικό Θέωνα τον Σμυρναίο και η [[ονομασία]] τους οφείλεται στη [[γεωμετρική]] [[ερμηνεία]] τών αναδρομικών σχέσεων<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> αυτός που γίνεται ή προέρχεται από το [[πλευρό]], από τα [[πλάγια]] (α. «πλευρικές κινήσεις του εχθρού» β. «πλευρική [[επίθεση]]»)<br /><b>2.</b> <b>φρ.</b> α) «πλευρική [[έκκριση]]»<br /><b>γεωλ.</b> γεωλογική διεργασία [[κατά]] την οποία τα μεταλλοφόρα ορυκτά, [[αφού]] αποχωριστούν από το μητρικό [[πέτρωμα]] ως υδατικά διαλύματα αποτίθενται εκ νέου [[μέσα]] σε παρακείμενα ανοίγματα<br />β) «πλευρικό [[τόξο]]» — [[τόξο]] που σχηματίζεται από τους πλευρικούς χόνδρους της 8ης, 9ης και 10ης πλευράς, με τους οποίους συνδέονται οι πλευρές με το [[στέρνο]]<br />γ) «[[πλευρικός]] [[χόνδρος]]» ο [[χόνδρος]] που συντάσσει [[κάθε]] [[πλευρά]] με το [[στέρνο]] ή με την υπερκείμενη [[πλευρά]]<br />δ) «πλευρική [[αύλακα]]» — [[αύλακα]] στην εσωτερική [[επιφάνεια]] τών πλευρών [[προς]] το [[κάτω]] [[χείλος]]<br />ε) «πλευρικό [[μερίστωμα]]»<br /><b>βοτ.</b> [[μερίστωμα]] δευτερογενές που δημιουργείται από μόνιμα κύτταρα στα οποία επανέρχεται η [[ικανότητα]] διαίρεσης<br />στ) «πλευρική [[ζώνη]] διαμόρφωσης» <b>(επικοιν.)</b> καθένα από τα φάσματα συχνοτήτων που εμφανίζονται και στις δύο πλευρές της συχνότητας του φέροντος κύματος<br /><b>αρχ.</b><br />(<b>το ουδ. πληθ. ως ουσ.</b>) <i>τὰ πλευρικά</i><br />οι πλευρές («τὰ πλευρικὰ τοῦ βοός»).
}}
}}