Anonymous

γογγύζω: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "Πολυδ." to "Πολυδ."
m (Text replacement - "<b class="b2">([\w]+ [\w]+)<\/b>" to "$1")
m (Text replacement - "Πολυδ." to "Πολυδ.")
Line 14: Line 14:
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''γογγύζω''': ἀόρ. ἐγόγγῠσα, «μουρμουρίζω», ἀγανακτῶ, Ἀρρ. Ἐπικτ. 1. 29, 55 κ. ἀλλ., Εὐαγγ. κ. Ματθ. κ΄, 11, κ. Ἰω. Ϛ΄, 41, κτλ.· ἴδε Λοβ. Φρύν. 358. 2) ἐπὶ τῆς φωνῆς τῶν περιστερῶν, [[Πολυδ]]. Ε΄, 89, (Πρβλ. Σανσκρ. gunǵ, gunǵ âmi (murmuro) Σλαυ. (gagnanije ([[γογγυσμός]]).)
|lstext='''γογγύζω''': ἀόρ. ἐγόγγῠσα, «μουρμουρίζω», ἀγανακτῶ, Ἀρρ. Ἐπικτ. 1. 29, 55 κ. ἀλλ., Εὐαγγ. κ. Ματθ. κ΄, 11, κ. Ἰω. Ϛ΄, 41, κτλ.· ἴδε Λοβ. Φρύν. 358. 2) ἐπὶ τῆς φωνῆς τῶν περιστερῶν, Πολυδ. Ε΄, 89, (Πρβλ. Σανσκρ. gunǵ, gunǵ âmi (murmuro) Σλαυ. (gagnanije ([[γογγυσμός]]).)
}}
}}
{{bailly
{{bailly