Anonymous

νεοβλαστής: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "Πολυδ." to "Πολυδ."
(26)
m (Text replacement - "Πολυδ." to "Πολυδ.")
Line 14: Line 14:
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''νεοβλαστής''': -ές, ὁ νεωστὶ βλαστήσας, μεταφορ., [[νεογενής]], τέκνα νεοβλαστῆ Ὀππ. Ἁλ. 1. 735, πρβλ. [[Πολυδ]]. Α΄, 231.
|lstext='''νεοβλαστής''': -ές, ὁ νεωστὶ βλαστήσας, μεταφορ., [[νεογενής]], τέκνα νεοβλαστῆ Ὀππ. Ἁλ. 1. 735, πρβλ. Πολυδ. Α΄, 231.
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=[[νεοβλαστής]], -ές (ΑΜ)<br />(για φυτά) αυτός που έχει βλαστήσει πρόσφατα<br /><b>αρχ.</b><br /><b>μτφ.</b> (για πρόσωπα) ο [[νεογέννητος]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>νε</i>(<i>ο</i>)- <span style="color: red;">+</span> -<i>βλαστής</i> (<span style="color: red;"><</span> [[βλαστάνω]]), <b>πρβλ.</b> <i>πολυ</i>-<i>βλαστής</i>].
|mltxt=[[νεοβλαστής]], -ές (ΑΜ)<br />(για φυτά) αυτός που έχει βλαστήσει πρόσφατα<br /><b>αρχ.</b><br /><b>μτφ.</b> (για πρόσωπα) ο [[νεογέννητος]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>νε</i>(<i>ο</i>)- <span style="color: red;">+</span> -<i>βλαστής</i> (<span style="color: red;"><</span> [[βλαστάνω]]), <b>πρβλ.</b> <i>πολυ</i>-<i>βλαστής</i>].
}}
}}