3,253,853
edits
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b class="b3">(\w+)<\/b>" to "$1") |
m (Text replacement - "Πολυδ." to "Πολυδ.") |
||
Line 14: | Line 14: | ||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''κίων''': ῑ, ονος, παρ’ Ὁμ. (μόνον ἐν τῇ Ὀδ. ἐν χρήσει) κατὰ τὸ πλεῖστον θηλ.· ἀλλ’ ἀρσ. ἐν Θ. 66, 473., Τ. 38· καὶ οὕτω παρ’ Ἀττ. (ὡς Ἀριστοφ. Σφ. 105, κτλ., πρβλ. Λοβέκ. εἰς Σοφ. Αἴ. 108)· ὁ Ἡρόδ. ἔχει τὴν λέξ. ὡς ἀρσ. γένους, 4. 184· ἀλλ’ ὡς θηλ. 1. 92, οὕτω δὲ καὶ παρὰ Πινδ. Κίων, [[στῦλος]], λατ. columna, παρ’ Ὁμ. ἐπὶ τῶν ὑποστηριζόντων τὴν στέγην [[μεγάλης]] αἰθούσης κιόνων, Ὀδ. Τ. 38· [[πολλάκις]] ἄνθρωποι στηρίζουσι τὸ σῶμά των ἐπ’ αὐτῶν, ὡς ἐν Ζ. 307., Θ. 66., Ψ. 90· [[ὡσαύτως]] στηρίζουσι τὰ δόρατά των ἢ κρεμῶσι τὰ τόξα των ἐξ αὐτῶν, ὡς ἐν Α. 127., Ρ. 29, Ὕμν. εἰς Ἀπόλλ. 8· βραδύτερον ἐχρησίμευε καὶ [[ὅπως]] προσδένωσιν εἰς αὐτὸν τὸν μαστιγούμενον, Σοφ. Αἴ. 108 ([[ἔνθα]] ἴδε Λοβέκ.), Αἰσχίν. 9. 1· παροιμ. ἔσθιε... τοὺς Μεγακλέους κίονας, [[διότι]] [[ἐκεῖνος]] ἐκ κενοδοξίας τοσαῦτα ἐδαπάνησεν εἰς τοιαῦτα, [[ὥστε]] οὐδὲν κατελείφθη αὐτῷ, εἰ μὴ οἱ κίονες τῆς αὐλῆς, Ἀριστοφ. Νεφ. 815. 2) ἐν Ὀδ. Α. 53, ἐπὶ τῶν κιόνων οἵτινες κρατοῦσι χωριστὰ τὸν οὐρανὸν ἀπὸ τὴν γῆν καὶ οὓς ἐφύλαττεν ὁ Ἄτλας· ὁ Αἰσχύλ. ἐν Πρ. 349 παριστᾷ τὸν Ἄτλαντα πρὸς τοὺς δυτικοὺς τόπους ἱστάμενον καὶ ἐν ὤμοις βαστάζοντα τοὺς τοῦ οὐρανοῦ καὶ τῆς γῆς κίονας, ὅς... ἕστηκε κίον’ (δυϊκὸν) οὐρανοῦ τε καὶ χθονὸς ὤμοις ἐρείδων, καὶ ὁ Ἡρόδ. 4. 184, ἀποδίδει τὸ [[ὄνομα]] [[κίων]] εἰς τὸ [[ὄρος]] Ἄτλαντα· ― [[οὕτως]] ἡ Αἴτνη καλεῖται [[κίων]] οὐρανία παρὰ Πινδ. Π. 1. 34· ― περὶ τῶν Ἡρακλείων στηλῶν ἴδε ἐν λέξ. [[Ἡράκλειος]]. ΙΙ. [[ἐπιτύμβιος]] [[κίων]], Ἀνθ. Π. 7. 163· ῥητῶς διακρινόμενος ἀπὸ τοῦ [[στήλη]] παρ’ Ἀνδοκ. 6. 15, πρβλ. Becker εἰς Χαρικλ. 395· κ. [[τετράπλευρος]] = [[ὀβελίσκος]], Ἑλλ. Ἐπιγράμμ. 1061. ΙΙΙ. ἡ [[σταφυλή]], λατ. columella, Ἱππ. Ἐπιδ. 1. 979, Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 1. 11, 11, κτλ.· πρβλ. [[κιονίς]]. IV. τὸ [[διάφραγμα]] τῶν μυκτήρων, ἢ τὸ [[ὑπὲρ]] τὸ [[διάγραμμα]] προέχον σαρκῶδες, ὡς ἐπὶ τὸ [[χεῖλος]] φέρον, | |lstext='''κίων''': ῑ, ονος, παρ’ Ὁμ. (μόνον ἐν τῇ Ὀδ. ἐν χρήσει) κατὰ τὸ πλεῖστον θηλ.· ἀλλ’ ἀρσ. ἐν Θ. 66, 473., Τ. 38· καὶ οὕτω παρ’ Ἀττ. (ὡς Ἀριστοφ. Σφ. 105, κτλ., πρβλ. Λοβέκ. εἰς Σοφ. Αἴ. 108)· ὁ Ἡρόδ. ἔχει τὴν λέξ. ὡς ἀρσ. γένους, 4. 184· ἀλλ’ ὡς θηλ. 1. 92, οὕτω δὲ καὶ παρὰ Πινδ. Κίων, [[στῦλος]], λατ. columna, παρ’ Ὁμ. ἐπὶ τῶν ὑποστηριζόντων τὴν στέγην [[μεγάλης]] αἰθούσης κιόνων, Ὀδ. Τ. 38· [[πολλάκις]] ἄνθρωποι στηρίζουσι τὸ σῶμά των ἐπ’ αὐτῶν, ὡς ἐν Ζ. 307., Θ. 66., Ψ. 90· [[ὡσαύτως]] στηρίζουσι τὰ δόρατά των ἢ κρεμῶσι τὰ τόξα των ἐξ αὐτῶν, ὡς ἐν Α. 127., Ρ. 29, Ὕμν. εἰς Ἀπόλλ. 8· βραδύτερον ἐχρησίμευε καὶ [[ὅπως]] προσδένωσιν εἰς αὐτὸν τὸν μαστιγούμενον, Σοφ. Αἴ. 108 ([[ἔνθα]] ἴδε Λοβέκ.), Αἰσχίν. 9. 1· παροιμ. ἔσθιε... τοὺς Μεγακλέους κίονας, [[διότι]] [[ἐκεῖνος]] ἐκ κενοδοξίας τοσαῦτα ἐδαπάνησεν εἰς τοιαῦτα, [[ὥστε]] οὐδὲν κατελείφθη αὐτῷ, εἰ μὴ οἱ κίονες τῆς αὐλῆς, Ἀριστοφ. Νεφ. 815. 2) ἐν Ὀδ. Α. 53, ἐπὶ τῶν κιόνων οἵτινες κρατοῦσι χωριστὰ τὸν οὐρανὸν ἀπὸ τὴν γῆν καὶ οὓς ἐφύλαττεν ὁ Ἄτλας· ὁ Αἰσχύλ. ἐν Πρ. 349 παριστᾷ τὸν Ἄτλαντα πρὸς τοὺς δυτικοὺς τόπους ἱστάμενον καὶ ἐν ὤμοις βαστάζοντα τοὺς τοῦ οὐρανοῦ καὶ τῆς γῆς κίονας, ὅς... ἕστηκε κίον’ (δυϊκὸν) οὐρανοῦ τε καὶ χθονὸς ὤμοις ἐρείδων, καὶ ὁ Ἡρόδ. 4. 184, ἀποδίδει τὸ [[ὄνομα]] [[κίων]] εἰς τὸ [[ὄρος]] Ἄτλαντα· ― [[οὕτως]] ἡ Αἴτνη καλεῖται [[κίων]] οὐρανία παρὰ Πινδ. Π. 1. 34· ― περὶ τῶν Ἡρακλείων στηλῶν ἴδε ἐν λέξ. [[Ἡράκλειος]]. ΙΙ. [[ἐπιτύμβιος]] [[κίων]], Ἀνθ. Π. 7. 163· ῥητῶς διακρινόμενος ἀπὸ τοῦ [[στήλη]] παρ’ Ἀνδοκ. 6. 15, πρβλ. Becker εἰς Χαρικλ. 395· κ. [[τετράπλευρος]] = [[ὀβελίσκος]], Ἑλλ. Ἐπιγράμμ. 1061. ΙΙΙ. ἡ [[σταφυλή]], λατ. columella, Ἱππ. Ἐπιδ. 1. 979, Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 1. 11, 11, κτλ.· πρβλ. [[κιονίς]]. IV. τὸ [[διάφραγμα]] τῶν μυκτήρων, ἢ τὸ [[ὑπὲρ]] τὸ [[διάγραμμα]] προέχον σαρκῶδες, ὡς ἐπὶ τὸ [[χεῖλος]] φέρον, Πολυδ. Βϳ, 79, 80. V. [[εἶδος]] μετεώρου, Ἡρακλείδ. παρὰ Πλουτ. 2. 893Β. VI. [[εἶδος]] σαρκώδους ἐκφύματος, Ἱππ. 581. 53., 675. 2 ([[ἔνθα]] φέρεται κιών, ὀξυτόνως). | ||
}} | }} | ||
{{bailly | {{bailly |