Anonymous

νέοικος: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "Πολυδ." to "Πολυδ."
m (Text replacement - "<b class="b2">([\w]+ [\w]+), ([\w]+ [\w]+ [\w]+)<\/b>" to "$1, $2")
m (Text replacement - "Πολυδ." to "Πολυδ.")
Line 14: Line 14:
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''νέοικος''': -ον, ὁ νεωστὶ κτησάμενος [[οἶκος]], [[νέος]] [[πολίτης]], Ἐπίχ. παρὰ [[Πολυδ]]. Θ΄, 26. ΙΙ. ὁ νεωστὶ οἰκοδομηθείς, [[νεόκτιστος]], [[ἕδρα]] Πινδ. Ο. 5. 19.
|lstext='''νέοικος''': -ον, ὁ νεωστὶ κτησάμενος [[οἶκος]], [[νέος]] [[πολίτης]], Ἐπίχ. παρὰ Πολυδ. Θ΄, 26. ΙΙ. ὁ νεωστὶ οἰκοδομηθείς, [[νεόκτιστος]], [[ἕδρα]] Πινδ. Ο. 5. 19.
}}
}}
{{Slater
{{Slater