Anonymous

λιβάς: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "Πολυδ." to "Πολυδ."
m (Text replacement - "<b class="b2">([\w]+ [\w]+ [\w]+)<\/b>" to "$1")
m (Text replacement - "Πολυδ." to "Πολυδ.")
Line 14: Line 14:
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''λῐβάς''': -άδος, ἡ, (√ΛΙΒ, [[λείβω]], πρβλ. λίψ)· ― πᾶν ὅ,τι καταπίπτει ἢ στάζει, ἰδίως [[πηγή]], [[ῥύαξ]], Σοφ. Φιλ. 1215, Εὐρ. Ἀνδρ. 116, 534· πρβλ. [[νυμφαῖος]]· στάσιμον [[ὕδωρ]], Βαβρ. 24. 6· ― ἐν τῷ πληθ., ῥυάκια, λιβάσιν ὑδρηλαῖς... πηγῆς Αἰσχύλ. Πέρσ. 613· δακρύων λιβάδες, ῥύακες δακρύων, Εὐρ. Ι. Τ. 1106· γάλακτος Ἀπολλ. Ρόδ. Δ. 1735· ― τὸ [[ὄνομα]] λιβάδες ἐδίδετο εἰς λιμνάζοντα ὕδατα συναγόμενα ἐκ βροχῆς, ὑπόνομοι λ. Στράβ. 379, πρβλ. Γεωπ. 2. 6, 14· τοιαύτη δὲ [[ἑλώδης]] γῆ ἐκαλεῖτο γῆ λιβάζουσα [[Πολυδ]]. Α΄, 238.
|lstext='''λῐβάς''': -άδος, ἡ, (√ΛΙΒ, [[λείβω]], πρβλ. λίψ)· ― πᾶν ὅ,τι καταπίπτει ἢ στάζει, ἰδίως [[πηγή]], [[ῥύαξ]], Σοφ. Φιλ. 1215, Εὐρ. Ἀνδρ. 116, 534· πρβλ. [[νυμφαῖος]]· στάσιμον [[ὕδωρ]], Βαβρ. 24. 6· ― ἐν τῷ πληθ., ῥυάκια, λιβάσιν ὑδρηλαῖς... πηγῆς Αἰσχύλ. Πέρσ. 613· δακρύων λιβάδες, ῥύακες δακρύων, Εὐρ. Ι. Τ. 1106· γάλακτος Ἀπολλ. Ρόδ. Δ. 1735· ― τὸ [[ὄνομα]] λιβάδες ἐδίδετο εἰς λιμνάζοντα ὕδατα συναγόμενα ἐκ βροχῆς, ὑπόνομοι λ. Στράβ. 379, πρβλ. Γεωπ. 2. 6, 14· τοιαύτη δὲ [[ἑλώδης]] γῆ ἐκαλεῖτο γῆ λιβάζουσα Πολυδ. Α΄, 238.
}}
}}
{{bailly
{{bailly