Anonymous

προσαναβαίνω: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "Πολυδ." to "Πολυδ."
m (Text replacement - "<b class="b2">([\w]+ [\w]+)<\/b>" to "$1")
m (Text replacement - "Πολυδ." to "Πολυδ.")
Line 14: Line 14:
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''προσαναβαίνω''': μέλλ. -βήσομαι, [[ἀνέρχομαι]] ἢ [[ἀναβαίνω]] [[πρός]] τι [[μέρος]], Ξεν. Ἱππαρχ. 1, 2· ἐπὶ παρυδατίων πτηνῶν, πρ. πρὸς τὰς πέτρας Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 9. 21· πρ. πρὸς τὸ ὄρθιον Δίων Κ. 39. 45· ― ὑψοῦμαι περισσότερον, ἐπὶ πλημμυροῦντος ποταμοῦ, Πολύβ. 3. 72, 4· ― [[πόλις]] προσαναβαίνουσα, κειμένη ἐπὶ τόπου προσάντους, [[Πολυδ]]. Ι΄, 20· ― μεταφορ., τῷ Ρωμύλῳ προσαναβῆναι, ἀναβῆναι [[μέχρι]] τῶν χρόνων τοῦ Ρωμύλου, Πλουτ. Θησ. 1. ΙΙ. μετ’ αἰτ. τόπου, [[ἀναβαίνω]], [[ἀνέρχομαι]], τουτὶ προσαναβῆναι τὸ σιμὸν δεῖ, δηλ. τὸ πρόσαντες, [[Πλάτων]] Κωμικ. ἐν «Νίκαις» 1.
|lstext='''προσαναβαίνω''': μέλλ. -βήσομαι, [[ἀνέρχομαι]] ἢ [[ἀναβαίνω]] [[πρός]] τι [[μέρος]], Ξεν. Ἱππαρχ. 1, 2· ἐπὶ παρυδατίων πτηνῶν, πρ. πρὸς τὰς πέτρας Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 9. 21· πρ. πρὸς τὸ ὄρθιον Δίων Κ. 39. 45· ― ὑψοῦμαι περισσότερον, ἐπὶ πλημμυροῦντος ποταμοῦ, Πολύβ. 3. 72, 4· ― [[πόλις]] προσαναβαίνουσα, κειμένη ἐπὶ τόπου προσάντους, Πολυδ. Ι΄, 20· ― μεταφορ., τῷ Ρωμύλῳ προσαναβῆναι, ἀναβῆναι [[μέχρι]] τῶν χρόνων τοῦ Ρωμύλου, Πλουτ. Θησ. 1. ΙΙ. μετ’ αἰτ. τόπου, [[ἀναβαίνω]], [[ἀνέρχομαι]], τουτὶ προσαναβῆναι τὸ σιμὸν δεῖ, δηλ. τὸ πρόσαντες, [[Πλάτων]] Κωμικ. ἐν «Νίκαις» 1.
}}
}}
{{bailly
{{bailly