Anonymous

σχέδιος: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "Πολυδ." to "Πολυδ."
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b class="b3">(\w+)<\/b>" to "$1")
m (Text replacement - "Πολυδ." to "Πολυδ.")
Line 14: Line 14:
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''σχέδιος''': -α, -ον, ([[σχεδόν]]). Ι. ἐπὶ τόπου, [[πλησίος]], σχέδια βέλη, ὅπλα χρήσιμα πρὸς τὴν ἐκ τοῦ [[συστάδην]] μάχην, Αἰσχύλ. Χο. 162· σχ. [[δόρυ]] Ἀριστ. παρὰ τῷ Σχολ. εἰς Εὐρ. Ρῆσ. 311· ἐν μάχῃ Συλλ. Ἐπιγρ. 3557. 3, πρβλ. [[σχεδίην]], [[αὐτοσχέδιος]]. 2) [[ἐπιμελής]], [[προσεκτικός]], [[ἱππασία]] [[Πολυδ]]. Α΄, 214. ΙΙ. ἐπὶ χρόνου, [[αἰφνίδιος]], [[ἀπροσδόκητος]], αἰτίη, [[πρόφασις]], [[πόνος]] Ἀρετ. π. Αἰτ. Χρον. Παθ. 2. 7, κλπ.· ἐπὶ σχεδίου, ὡς ἐπίρρ., [[αὐτόθι]] 2. 6· ― ὁ ἐκ τοῦ προχείρου, [[πρόχειρος]], Λατιν. extemporalis, [[ποτὸν]] Ἀνθ. Π. 11. 64· [[λόγος]] Διον. Ἁλ. περὶ Συνθ. 18, κλπ.· σχέδιον, τό, [[λόγος]] ἐκ τοῦ προχείρου, impromptu, Ρήτορες (Walz) τ. 3, σ. 422. 2) πεπραγμένος ἢ πεποιημένος ἐκ τοῦ προχείρου, [[πρόχειρος]], [[συνήθης]], (= [[εὐτελής]], Φώτ., Ἡσύχ.), [[οἴνη]] Νικ. Θηρ. 622, πρβλ. Γρηγορ. Ναζ. Ποιήμ. 4. 124· τροφὴ Ρήτορες (Walz) τ. 1, σ. 576. ― Ἐπίρρ. -ίως, αἰφνιδίως, Ἀρετ. π. Αἰτ. Χρον. Παθ. 1. 2· ἀμελῶς, ἄρτος σχ. ὠπτημένος Σχόλ. εἰς Λουκ. Ἁλιέα 45· ματαίως, Ἄρατ. 1154.
|lstext='''σχέδιος''': -α, -ον, ([[σχεδόν]]). Ι. ἐπὶ τόπου, [[πλησίος]], σχέδια βέλη, ὅπλα χρήσιμα πρὸς τὴν ἐκ τοῦ [[συστάδην]] μάχην, Αἰσχύλ. Χο. 162· σχ. [[δόρυ]] Ἀριστ. παρὰ τῷ Σχολ. εἰς Εὐρ. Ρῆσ. 311· ἐν μάχῃ Συλλ. Ἐπιγρ. 3557. 3, πρβλ. [[σχεδίην]], [[αὐτοσχέδιος]]. 2) [[ἐπιμελής]], [[προσεκτικός]], [[ἱππασία]] Πολυδ. Α΄, 214. ΙΙ. ἐπὶ χρόνου, [[αἰφνίδιος]], [[ἀπροσδόκητος]], αἰτίη, [[πρόφασις]], [[πόνος]] Ἀρετ. π. Αἰτ. Χρον. Παθ. 2. 7, κλπ.· ἐπὶ σχεδίου, ὡς ἐπίρρ., [[αὐτόθι]] 2. 6· ― ὁ ἐκ τοῦ προχείρου, [[πρόχειρος]], Λατιν. extemporalis, [[ποτὸν]] Ἀνθ. Π. 11. 64· [[λόγος]] Διον. Ἁλ. περὶ Συνθ. 18, κλπ.· σχέδιον, τό, [[λόγος]] ἐκ τοῦ προχείρου, impromptu, Ρήτορες (Walz) τ. 3, σ. 422. 2) πεπραγμένος ἢ πεποιημένος ἐκ τοῦ προχείρου, [[πρόχειρος]], [[συνήθης]], (= [[εὐτελής]], Φώτ., Ἡσύχ.), [[οἴνη]] Νικ. Θηρ. 622, πρβλ. Γρηγορ. Ναζ. Ποιήμ. 4. 124· τροφὴ Ρήτορες (Walz) τ. 1, σ. 576. ― Ἐπίρρ. -ίως, αἰφνιδίως, Ἀρετ. π. Αἰτ. Χρον. Παθ. 1. 2· ἀμελῶς, ἄρτος σχ. ὠπτημένος Σχόλ. εἰς Λουκ. Ἁλιέα 45· ματαίως, Ἄρατ. 1154.
}}
}}
{{bailly
{{bailly
Line 20: Line 20:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=-ία, -ον, θηλ. και [[σχέδιος]] Α<br /><b>1.</b> (με τοπ. σημ.) ο [[πλησίον]] («σχέδια τ' αὐτόκωπα νωμῶν [[ξίφη]]» — [[ξίφη]] χρήσιμα στη [[μάχη]] εκ του [[συστάδην]], <b>Αισχύλ.</b>)<br /><b>2.</b> [[προσεκτικός]] («[[σχεδία]] [[ιππασία]]», <b>[[Πολυδ]].</b>)<br /><b>3.</b> (με χρον. σημ.) αυτός που διαρκεί λίγο, [[παροδικός]] («[[σχέδιος]] [[πόνος]]», Αρετ.)<br /><b>4.</b> [[αιφνίδιος]], [[απροσδόκητος]]<br /><b>5.</b> αυτός που γίνεται στα [[πρόχειρα]] ή την τελευταία [[στιγμή]], [[χωρίς]] προηγούμενη [[μελέτη]] ή [[χωρίς]] ιδιαίτερη [[φροντίδα]]<br /><b>6.</b> ο [[συνηθισμένος]] ή ο [[ευτελής]]<br /><b>7.</b> <b>το ουδ. ως ουσ.</b> <b>βλ.</b> [[σχέδιο]]<br /><b>8.</b> <b>φρ.</b> (με επιρρμ. σημ.) «ἐν σχεδίῳ» και «ἐπὶ σχεδίου» — [[αμέσως]]. <br /><b>επίρρ.</b><i>..</i><br />[[σχεδίως]] Α<br /><b>1.</b> αιφνίδια, απροσδόκητα<br /><b>2.</b> [[πρόχειρα]], [[χωρίς]] [[προετοιμασία]], την τελευταία [[στιγμή]]<br /><b>3.</b> τυχαία<br /><b>4.</b> [[μάταια]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[σχεδόν]] (για τη σημ. της λ. <b>βλ. λ.</b> [[σχεδόν]])].
|mltxt=-ία, -ον, θηλ. και [[σχέδιος]] Α<br /><b>1.</b> (με τοπ. σημ.) ο [[πλησίον]] («σχέδια τ' αὐτόκωπα νωμῶν [[ξίφη]]» — [[ξίφη]] χρήσιμα στη [[μάχη]] εκ του [[συστάδην]], <b>Αισχύλ.</b>)<br /><b>2.</b> [[προσεκτικός]] («[[σχεδία]] [[ιππασία]]», <b>Πολυδ.</b>)<br /><b>3.</b> (με χρον. σημ.) αυτός που διαρκεί λίγο, [[παροδικός]] («[[σχέδιος]] [[πόνος]]», Αρετ.)<br /><b>4.</b> [[αιφνίδιος]], [[απροσδόκητος]]<br /><b>5.</b> αυτός που γίνεται στα [[πρόχειρα]] ή την τελευταία [[στιγμή]], [[χωρίς]] προηγούμενη [[μελέτη]] ή [[χωρίς]] ιδιαίτερη [[φροντίδα]]<br /><b>6.</b> ο [[συνηθισμένος]] ή ο [[ευτελής]]<br /><b>7.</b> <b>το ουδ. ως ουσ.</b> <b>βλ.</b> [[σχέδιο]]<br /><b>8.</b> <b>φρ.</b> (με επιρρμ. σημ.) «ἐν σχεδίῳ» και «ἐπὶ σχεδίου» — [[αμέσως]]. <br /><b>επίρρ.</b><i>..</i><br />[[σχεδίως]] Α<br /><b>1.</b> αιφνίδια, απροσδόκητα<br /><b>2.</b> [[πρόχειρα]], [[χωρίς]] [[προετοιμασία]], την τελευταία [[στιγμή]]<br /><b>3.</b> τυχαία<br /><b>4.</b> [[μάταια]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[σχεδόν]] (για τη σημ. της λ. <b>βλ. λ.</b> [[σχεδόν]])].
}}
}}
{{lsm
{{lsm