Anonymous

ἀγρευτικός: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "Πολυδ." to "Πολυδ."
m (Text replacement - "<b class="b2">([\w]+ [\w]+ [\w]+)<\/b>" to "$1")
m (Text replacement - "Πολυδ." to "Πολυδ.")
Line 14: Line 14:
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀγρευτικός''': -ή, -όν, [[ἐπιτήδειος]], [[χρήσιμος]] ἢ πεπειραμένος εἰς τὸ θηρᾶν· ἀγρευτικόν (ἐστι), χρήσιμον εἰς τὸ νὰ παγιδεύσῃ τις ἐχθρόν, Ξεν. Ἱππαρχ. 4. 12. Ἐπίρρ. -κῶς, [[Πολυδ]]. 5. 9.
|lstext='''ἀγρευτικός''': -ή, -όν, [[ἐπιτήδειος]], [[χρήσιμος]] ἢ πεπειραμένος εἰς τὸ θηρᾶν· ἀγρευτικόν (ἐστι), χρήσιμον εἰς τὸ νὰ παγιδεύσῃ τις ἐχθρόν, Ξεν. Ἱππαρχ. 4. 12. Ἐπίρρ. -κῶς, Πολυδ. 5. 9.
}}
}}
{{DGE
{{DGE