Anonymous

προσπαίζω: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "Πολυδ." to "Πολυδ."
m (Text replacement - "<b class="b2">([\w]+ [\w]+), ([\w]+ [\w]+)<\/b>" to "$1, $2")
m (Text replacement - "Πολυδ." to "Πολυδ.")
Line 14: Line 14:
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''προσπαίζω''': μέλλ. -παίξομαι· ἀόρ. προσέπαισα, Πλάτ. Εὐθύδ. 283Β, Ἀλκίφρων· παρὰ μεταγεν. προσέπαιξα, Πλουτ. Καῖσ. 63. Παίζω μέ τινα, τινὶ Ξεν. Ἀπομν. 3. 1, 4, Πλάτ. Εὐθύδ. 278Β· - μεταφορ., προσπαίζουσα τοῖς ὤμοις [[κόμη]] [[Πολυδ]]. Β΄, 25. 2) ἀπολ., [[παίζω]], [[ἀστεΐζομαι]], πρ. ἐν τοῖς λόγοις ὁ αὐτ. ἐν Φαίδρ. 262D, πρβλ. Νόμ. 653Ε, 804Β· ἐν τοῖς λόγοις ὁ αὐτ. ἐν Φαίδρ. 262D, πρβλ. Νόμ. 653Ε, 804Β· ἐν ἀντιθέσει πρὸς τὸ σπουδάζειν, ὁ αὐτ. ἐν Εὐθυδ. 283Β. 3) περιπαίζω, περιγελῶ, τινὶ Πλούτ. 2. 197D, κτλ.· [[ὡσαύτως]] ἐν τῷ μέσ. τύπῳ, εἰ προσπαίζονται ἡμῖν καὶ προκαλοῦνται Ἀππ. Ἐμφύλ. 4. 118· - πρβλ. [[προσγελάω]], καὶ Λοβέκ. εἰς Φρύνιχ. 463. ΙΙ. μετ’ αἰτ., πρ. θεούς, ᾄδω εἰς τιμὴν τῶν θεῶν, Πλάτ. Ἐπιν. 980Β· καὶ [[μετὰ]] διπλ. αἰτ., ὕμνον προσεπαίσαμεν... τὸν... Ἔρωτα, ἐψάλαμεν ὕμνον εἰς τιμὴν τοῦ Ἔρωτος, ὁ αὐτ. ἐν Φαίδρ. 265C. 2) [[εἰρωνεύομαι]], [[πειράζω]], τοὺς ῥήτορας Πλατ. Μενέξ. 235C, πρβλ. Εὐθύδ. 285Α· πρ. τὸν κύνα, [[πειράζω]], [[βασανίζω]], Λουκ. π. Οἴκ. 24, τὴν ἄρκτον, Αἰλ. π. Ζ. 4. 45.
|lstext='''προσπαίζω''': μέλλ. -παίξομαι· ἀόρ. προσέπαισα, Πλάτ. Εὐθύδ. 283Β, Ἀλκίφρων· παρὰ μεταγεν. προσέπαιξα, Πλουτ. Καῖσ. 63. Παίζω μέ τινα, τινὶ Ξεν. Ἀπομν. 3. 1, 4, Πλάτ. Εὐθύδ. 278Β· - μεταφορ., προσπαίζουσα τοῖς ὤμοις [[κόμη]] Πολυδ. Β΄, 25. 2) ἀπολ., [[παίζω]], [[ἀστεΐζομαι]], πρ. ἐν τοῖς λόγοις ὁ αὐτ. ἐν Φαίδρ. 262D, πρβλ. Νόμ. 653Ε, 804Β· ἐν τοῖς λόγοις ὁ αὐτ. ἐν Φαίδρ. 262D, πρβλ. Νόμ. 653Ε, 804Β· ἐν ἀντιθέσει πρὸς τὸ σπουδάζειν, ὁ αὐτ. ἐν Εὐθυδ. 283Β. 3) περιπαίζω, περιγελῶ, τινὶ Πλούτ. 2. 197D, κτλ.· [[ὡσαύτως]] ἐν τῷ μέσ. τύπῳ, εἰ προσπαίζονται ἡμῖν καὶ προκαλοῦνται Ἀππ. Ἐμφύλ. 4. 118· - πρβλ. [[προσγελάω]], καὶ Λοβέκ. εἰς Φρύνιχ. 463. ΙΙ. μετ’ αἰτ., πρ. θεούς, ᾄδω εἰς τιμὴν τῶν θεῶν, Πλάτ. Ἐπιν. 980Β· καὶ [[μετὰ]] διπλ. αἰτ., ὕμνον προσεπαίσαμεν... τὸν... Ἔρωτα, ἐψάλαμεν ὕμνον εἰς τιμὴν τοῦ Ἔρωτος, ὁ αὐτ. ἐν Φαίδρ. 265C. 2) [[εἰρωνεύομαι]], [[πειράζω]], τοὺς ῥήτορας Πλατ. Μενέξ. 235C, πρβλ. Εὐθύδ. 285Α· πρ. τὸν κύνα, [[πειράζω]], [[βασανίζω]], Λουκ. π. Οἴκ. 24, τὴν ἄρκτον, Αἰλ. π. Ζ. 4. 45.
}}
}}
{{bailly
{{bailly
Line 20: Line 20:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=Α<br /><b>1.</b> [[παίζω]], [[αστειεύομαι]] ή [[χαριεντίζομαι]] με κάποιον<br /><b>2.</b> [[περιγελώ]], [[περιπαίζω]] κάποιον<br /><b>3.</b> [[σατιρίζω]]<br /><b>4.</b> [[ειρωνεύομαι]], [[σκώπτω]], [[εμπαίζω]] κάποιον («ἀεὶ σὺ προσπαίζεις, ὦ Σώκρατες, τοὺς ῥήτορας», <b>Πλάτ.</b>)<br /><b>5.</b> [[βασανίζω]], [[τυραννώ]] («προσπαίζειν τὸν ἄρκτον», Αιλ.)<br /><b>6.</b> <b>μτφ.</b> (για άψυχα) κινούμαι εδώ και [[εκεί]], ταλαντεύομαι [[πάνω]] σε [[κάτι]] («προσπαίζουσα τοῑς ὤμοις [[κόμη]]», <b>[[Πολυδ]].</b>)<br /><b>7.</b> <b>φρ.</b> «θεοὺς [[προσπαίζω]]» — [[εξυμνώ]] τους θεούς με εγκωμιαστικό ύμνο, [[τραγουδώ]] [[προς]] τιμήν τών θεών.
|mltxt=Α<br /><b>1.</b> [[παίζω]], [[αστειεύομαι]] ή [[χαριεντίζομαι]] με κάποιον<br /><b>2.</b> [[περιγελώ]], [[περιπαίζω]] κάποιον<br /><b>3.</b> [[σατιρίζω]]<br /><b>4.</b> [[ειρωνεύομαι]], [[σκώπτω]], [[εμπαίζω]] κάποιον («ἀεὶ σὺ προσπαίζεις, ὦ Σώκρατες, τοὺς ῥήτορας», <b>Πλάτ.</b>)<br /><b>5.</b> [[βασανίζω]], [[τυραννώ]] («προσπαίζειν τὸν ἄρκτον», Αιλ.)<br /><b>6.</b> <b>μτφ.</b> (για άψυχα) κινούμαι εδώ και [[εκεί]], ταλαντεύομαι [[πάνω]] σε [[κάτι]] («προσπαίζουσα τοῑς ὤμοις [[κόμη]]», <b>Πολυδ.</b>)<br /><b>7.</b> <b>φρ.</b> «θεοὺς [[προσπαίζω]]» — [[εξυμνώ]] τους θεούς με εγκωμιαστικό ύμνο, [[τραγουδώ]] [[προς]] τιμήν τών θεών.
}}
}}
{{lsm
{{lsm