3,277,243
edits
m (Text replacement - "<b class="b2">([\w]+ [\w]+ [\w]+)<\/b>" to "$1") |
m (Text replacement - "Πολυδ." to "Πολυδ.") |
||
Line 14: | Line 14: | ||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἐνόριος''': -ον, (ὅρος) ἐντὸς τῶν ὁρίων, | |lstext='''ἐνόριος''': -ον, (ὅρος) ἐντὸς τῶν ὁρίων, Πολυδ. Θ΄, 8˙ ὁ ἐπὶ τῶν ὁρίων, θύσας... θεοῖς ἐνορίοις Ἡλιόδ. 10. 1: - ἡ ἐνορία, ἡ [[χώρα]] ἡ ἐντὸς τῶν ὁρίων, τὴν Τύρον καὶ τὴν αὐτῆς ἐνορίαν Χρον. Πασχ. σ. 78, 9. 2) ὡς οὐσ. ἡ ἐνορία, ὡς καὶ νῦν, ἐνορία ἐκκλησίας, ἐνορία ἱερέως, κτλ., Γρηγ. Νύσσ. ΙΙΙ. 1001Α, Κύριλλ. Ἀλ. Χ. 361Α, Ἰουστ. Κῶδ. 1, 2, 26 § α΄, Βασιλ. Πορφ. Νεαρ. 319˙ - ἐκ τοῦ ἐνορία ἐσχηματίσθησαν, ἐνορίτης, θηλ. ἐνορῖτις, ἐνοριακός, ή, όν, Σύνοδ. Χαλκ. Πρ. 14, σ. 723, Δουκάγγ. | ||
}} | }} | ||
{{DGE | {{DGE |