3,274,447
edits
m (Text replacement - "<b class="b2">([\w]+ [\w]+ [\w]+)<\/b>" to "$1") |
m (Text replacement - "Πολυδ." to "Πολυδ.") |
||
Line 14: | Line 14: | ||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ὄζαινα''': ἡ, (ὄζω) «[[ἕλκωσις]] ἐν τῷ βάθει τῶν μυκτήρων [[μέχρι]] τῶν καλουμένων ἠθμοειδῶν σαρκῶν, πυῶδες καὶ δυσῶδες ὑγρὸν ἀφιεῖσα, τὴν αἴσθησιν ἐμποδίζουσα» | |lstext='''ὄζαινα''': ἡ, (ὄζω) «[[ἕλκωσις]] ἐν τῷ βάθει τῶν μυκτήρων [[μέχρι]] τῶν καλουμένων ἠθμοειδῶν σαρκῶν, πυῶδες καὶ δυσῶδες ὑγρὸν ἀφιεῖσα, τὴν αἴσθησιν ἐμποδίζουσα» Πολυδ. Δ΄, 204. ΙΙ. [[θαλάσσιος]] [[πολύπους]] βαρεῖαν ἐκπέμπων ὀσμήν, καλούμενος [[ὡσαύτως]] [[ὀσμύλος]], [[ὀσμύλη]] ἢ ὀσμυλία, κοινῶς «μοσχοκτάποδον», Καλλ. Ἀποσπ. 28. - [[Κατὰ]] Κοραῆν (Ξενοκρ. κ. Γαλην. σ. 194) «τῶν ὀσμηρῶν δὲ τούτων πολυπόδων ἦν καὶ ἡ [[βολίταινα]] καὶ ἡ [[ἑλεδώνη]], ἃς οἱ μὲν τὰς αὐτὰς [[εἶναι]] βούλονται τοῖς ὀσμύλοις, οἱ δὲ τῷ βαρυτέρῳ τῆς ὀσμῆς διαφέρειν ἐκείνων» κτλ. | ||
}} | }} |