Anonymous

ῥιψοκίνδυνος: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "Πολυδ." to "Πολυδ."
m (Text replacement - "<b class="b2">([\w]+)-([\w]+), ([\w]+)<\/b>" to "$1-$2, $3")
m (Text replacement - "Πολυδ." to "Πολυδ.")
Line 14: Line 14:
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''ῥιψοκίνδῡνος''': -ον, ὁ [[ἄνευ]] ἀνάγκης διακινδυνῶν, [[παράτολμος]], [[ἀπερίσκεπτος]], ἐπικίνδυνος, [[ἔργον]] Ξεν. Ἀπομν. 1. 3, 9· [[ναυτιλία]] Ἀλκίφρ. 1. 3· ἐπὶ προσώπων, vir projectae audaciae, ἢν [[ῥιψοκίνδυνος]] ᾖ Ἀλκίφρ. 3. 52, [[Πολυδ]]. Α΄ , 179· τὸ ῥ. Ἀππ. Ἐμφύλ. 5. 84· - πρβλ. [[ἀναρρίπτω]] ΙΙ. - Ἐπίρρ. -νως, Ἀππ. Ἐμφύλ. 1. 103. - Καθ’ Ἡσύχ.: «[[ῥιψοκίνδυνος]]· [[παράβολος]], [[τολμηρός]], ἐπικίνδυνος».
|lstext='''ῥιψοκίνδῡνος''': -ον, ὁ [[ἄνευ]] ἀνάγκης διακινδυνῶν, [[παράτολμος]], [[ἀπερίσκεπτος]], ἐπικίνδυνος, [[ἔργον]] Ξεν. Ἀπομν. 1. 3, 9· [[ναυτιλία]] Ἀλκίφρ. 1. 3· ἐπὶ προσώπων, vir projectae audaciae, ἢν [[ῥιψοκίνδυνος]] ᾖ Ἀλκίφρ. 3. 52, Πολυδ. Α΄ , 179· τὸ ῥ. Ἀππ. Ἐμφύλ. 5. 84· - πρβλ. [[ἀναρρίπτω]] ΙΙ. - Ἐπίρρ. -νως, Ἀππ. Ἐμφύλ. 1. 103. - Καθ’ Ἡσύχ.: «[[ῥιψοκίνδυνος]]· [[παράβολος]], [[τολμηρός]], ἐπικίνδυνος».
}}
}}
{{bailly
{{bailly