Anonymous

Πήγασος: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "ΕΤΥΜΟΛ." to "ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ"
m (Text replacement - "   " to "")
m (Text replacement - "ΕΤΥΜΟΛ." to "ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ")
Line 17: Line 17:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=ο, ΝΜΑ<br /><b>1.</b> <b>μυθολ.</b> φτερωτό [[άλογο]], [[γιος]] του Ποσειδώνος και της Μέδουσας ή της Γης, γονιμοποιημένης από το [[αίμα]] της Γοργούς, ή της Γης από την οποία ξεπήδησε [[κατά]] την [[έριδα]] του Ποσειδώνος και της Αθηνάς στην Ακρόπολη τών Αθηνών<br /><b>2.</b> <b>αστρον.</b> [[εκτεταμένος]] [[ευδιάκριτος]] [[αστερισμός]] του βόρειου ημισφαιρίου<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> <b>ως προσηγ.</b><br />α) <b>ζωολ.</b> μικρόσωμο θαλάσσιο [[ψάρι]], μήκους 15 [[περίπου]] εκατοστομέτρων, με επίμηκες [[σώμα]], καλυμμένο, [[εκτός]] από την [[ουρά]], από θώρακα με οστέινους δακτυλίους<br />β) <b>φυσ.</b> [[ονομασία]] πυρηνικού αντιδραστήρα τύπου κολυμβητικής δεξαμενής, προορισμένου για επιστημονική [[έρευνα]], για δοκιμές καυσίμων<br /><b>2.</b> <b>αστροναυτ.</b> [[ονομασία]] [[σειράς]] τριών αμερικανικών επιστημονικών τεχνητών δορυφόρων που εκτοξεύθηκαν το 1965<br /><b>3.</b> <b>φρ.</b> «ιππεύει τον Πήγασο» ή «[[καβάλα]] στον Πήγασο» — έχει ποιητική [[έμπνευση]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Λ. αβέβαιης ετυμολ. με [[επίθημα]] -(<i>α</i>)<i>σος</i> (<b>πρβλ.</b> [[κόμπασος]], [[μέθυσος]], [[πέτασος]]) που θυμίζει υποκορ. ανθρωπωνύμια όπως: <i>Δάμασος</i>, <i>Ἔλασος</i>, <i>Ἄρκεσος</i>, <i>Πήδασος</i> (<b>πρβλ.</b> [[πηδώ]]). Η [[άποψη]], σύμφωνα με την οποία το όνομα παράγεται από τη λ. [[πηγή]] οφείλεται [[μάλλον]] σε [[παρετυμολογία]]. Πιθανότερη φαίνεται η [[παραγωγή]] του από το επίθ. [[πηγός]] (<span style="color: red;"><</span> [[πήγνυμι]]), με την αρχική του σημ. «[[συμπαγής]], [[δυνατός]]» και όχι με τη σημ. «[[άσπρος]]» που αποδόθηκε στο επιθ. μτγν. (<b>βλ. λ.</b> [[πηγός]]). Έχει διατυπωθεί, [[τέλος]], και η [[άποψη]] ότι το όνομα ανάγεται στο προελληνικό γλωσσικό [[υπόστρωμα]]].
|mltxt=ο, ΝΜΑ<br /><b>1.</b> <b>μυθολ.</b> φτερωτό [[άλογο]], [[γιος]] του Ποσειδώνος και της Μέδουσας ή της Γης, γονιμοποιημένης από το [[αίμα]] της Γοργούς, ή της Γης από την οποία ξεπήδησε [[κατά]] την [[έριδα]] του Ποσειδώνος και της Αθηνάς στην Ακρόπολη τών Αθηνών<br /><b>2.</b> <b>αστρον.</b> [[εκτεταμένος]] [[ευδιάκριτος]] [[αστερισμός]] του βόρειου ημισφαιρίου<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> <b>ως προσηγ.</b><br />α) <b>ζωολ.</b> μικρόσωμο θαλάσσιο [[ψάρι]], μήκους 15 [[περίπου]] εκατοστομέτρων, με επίμηκες [[σώμα]], καλυμμένο, [[εκτός]] από την [[ουρά]], από θώρακα με οστέινους δακτυλίους<br />β) <b>φυσ.</b> [[ονομασία]] πυρηνικού αντιδραστήρα τύπου κολυμβητικής δεξαμενής, προορισμένου για επιστημονική [[έρευνα]], για δοκιμές καυσίμων<br /><b>2.</b> <b>αστροναυτ.</b> [[ονομασία]] [[σειράς]] τριών αμερικανικών επιστημονικών τεχνητών δορυφόρων που εκτοξεύθηκαν το 1965<br /><b>3.</b> <b>φρ.</b> «ιππεύει τον Πήγασο» ή «[[καβάλα]] στον Πήγασο» — έχει ποιητική [[έμπνευση]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ</span></b> Λ. αβέβαιης ετυμολ. με [[επίθημα]] -(<i>α</i>)<i>σος</i> (<b>πρβλ.</b> [[κόμπασος]], [[μέθυσος]], [[πέτασος]]) που θυμίζει υποκορ. ανθρωπωνύμια όπως: <i>Δάμασος</i>, <i>Ἔλασος</i>, <i>Ἄρκεσος</i>, <i>Πήδασος</i> (<b>πρβλ.</b> [[πηδώ]]). Η [[άποψη]], σύμφωνα με την οποία το όνομα παράγεται από τη λ. [[πηγή]] οφείλεται [[μάλλον]] σε [[παρετυμολογία]]. Πιθανότερη φαίνεται η [[παραγωγή]] του από το επίθ. [[πηγός]] (<span style="color: red;"><</span> [[πήγνυμι]]), με την αρχική του σημ. «[[συμπαγής]], [[δυνατός]]» και όχι με τη σημ. «[[άσπρος]]» που αποδόθηκε στο επιθ. μτγν. (<b>βλ. λ.</b> [[πηγός]]). Έχει διατυπωθεί, [[τέλος]], και η [[άποψη]] ότι το όνομα ανάγεται στο προελληνικό γλωσσικό [[υπόστρωμα]]].
}}
}}
{{lsm
{{lsm