3,277,206
edits
(1) |
m (Text replacement - "ΕΤΥΜΟΛ." to "ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ") |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=[[ἀγχίλωψ]], (-ωπος), ο (Α)<br />αυτός που έχει [[απόστημα]] [[κοντά]] στην [[κόχη]] του ματιού.<br />[<b><span style="color: brown;"> | |mltxt=[[ἀγχίλωψ]], (-ωπος), ο (Α)<br />αυτός που έχει [[απόστημα]] [[κοντά]] στην [[κόχη]] του ματιού.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[ἄγχι]] <span style="color: red;">+</span> <i>ὤψ</i>, σύμφωνα με τον Γαληνό<br />το «<i>λ</i>» θεωρείται ότι προήλθε από [[επίδραση]] του συνώνυμου [[αἰγίλωψ]] [[πάντως]] το α΄ συνθ. της λ. [[είναι]] [[μάλλον]] το [[ἄγχω]]. | ||
}} | }} |