Anonymous

τελεσφόρος: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "(*UTF)(*UCP)\[\[\[(\w+)\]\]\]" to "($1)"
m (Text replacement - "   <span class="bld">" to "<span class="bld">")
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)\[\[\[(\w+)\]\]\]" to "($1)")
Line 20: Line 20:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=-ο / [[τελεσφόρος]], -ον, ΝΑ<br />αυτός που φέρνει αίσιο [[τέλος]] σε [[κάτι]], αποτελεσμαστικός, [[δραστικός]], [[καρποφόρος]], [[τελεσιουργός]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> αυτός που εκπληρώνεται, που πραγματοποιείται, που επαληθεύεται («πατρὸς δὴ νῡν ἀραὶ τελεσφόροι», <b>Αισχύλ.</b>)<br /><b>2.</b> αυτός που επιτυγχάνει τους σκοπούς του («[[τελεσφόρος]] Δίκη κακοὺς κακῶς φθείρειαν», <b>Σοφ.</b>)<br /><b>3.</b> αυτός που φέρει καρπούς σε ορισμένη [[εποχή]]<br /><b>4.</b> (για [[δένδρο]]) αυτός που φέρει τους καρπούς του, ώσπου να ωριμάσουν εντελώς<br /><b>5.</b> αυτός που συντελεί σε [[γονιμότητα]] («γλυκὺ καὶ πότιμον ἤ ὁλως ἄτροφον ἤ μὴ τελεσφόρον ἐστίν [[[ὕδωρ]]]», Θεόφρ.)<br /><b>6.</b> αυτὸς που έχει τη [[διοίκηση]], που κυβερνά («ἐξελθέτω τις δωμάτων [[τελεσφόρος]] γυνὴ [[τόπαρχος]]», <b>Αισχύλ.</b>)<br /><b>7.</b> (στους Πυθαγορείους) [[ονομασία]] τών αριθμών [[επτά]] και [[εννέα]]<br /><b>8.</b> [[μάγος]], [[γόης]]<br /><b>9.</b> [[τίτλος]] ιερέα στην [[Κυρήνη]]<br /><b>10.</b> (<b>το αρσ. ως κύριο όν.</b>) <i>ὁ Τελεσφόρος</i><br />[[ονομασία]] θεότητας που λατρευόταν [[μαζί]] με τον Ασκληπιό και την Υγιεία, αλλ. [[Τελεσφορίων]]. <br /><b>επίρρ.</b><i>..</i><br />[[τελεσφόρως]] Ν<br />[[κατά]] τρόπο τελεσφόρο, αποτελεσματικά.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> θ. <i>τελεσ</i>- του [[τέλος]] <span style="color: red;">+</span> -[[φόρος]]].
|mltxt=-ο / [[τελεσφόρος]], -ον, ΝΑ<br />αυτός που φέρνει αίσιο [[τέλος]] σε [[κάτι]], αποτελεσμαστικός, [[δραστικός]], [[καρποφόρος]], [[τελεσιουργός]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> αυτός που εκπληρώνεται, που πραγματοποιείται, που επαληθεύεται («πατρὸς δὴ νῡν ἀραὶ τελεσφόροι», <b>Αισχύλ.</b>)<br /><b>2.</b> αυτός που επιτυγχάνει τους σκοπούς του («[[τελεσφόρος]] Δίκη κακοὺς κακῶς φθείρειαν», <b>Σοφ.</b>)<br /><b>3.</b> αυτός που φέρει καρπούς σε ορισμένη [[εποχή]]<br /><b>4.</b> (για [[δένδρο]]) αυτός που φέρει τους καρπούς του, ώσπου να ωριμάσουν εντελώς<br /><b>5.</b> αυτός που συντελεί σε [[γονιμότητα]] («γλυκὺ καὶ πότιμον ἤ ὁλως ἄτροφον ἤ μὴ τελεσφόρον ἐστίν ([[ὕδωρ]])», Θεόφρ.)<br /><b>6.</b> αυτὸς που έχει τη [[διοίκηση]], που κυβερνά («ἐξελθέτω τις δωμάτων [[τελεσφόρος]] γυνὴ [[τόπαρχος]]», <b>Αισχύλ.</b>)<br /><b>7.</b> (στους Πυθαγορείους) [[ονομασία]] τών αριθμών [[επτά]] και [[εννέα]]<br /><b>8.</b> [[μάγος]], [[γόης]]<br /><b>9.</b> [[τίτλος]] ιερέα στην [[Κυρήνη]]<br /><b>10.</b> (<b>το αρσ. ως κύριο όν.</b>) <i>ὁ Τελεσφόρος</i><br />[[ονομασία]] θεότητας που λατρευόταν [[μαζί]] με τον Ασκληπιό και την Υγιεία, αλλ. [[Τελεσφορίων]]. <br /><b>επίρρ.</b><i>..</i><br />[[τελεσφόρως]] Ν<br />[[κατά]] τρόπο τελεσφόρο, αποτελεσματικά.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> θ. <i>τελεσ</i>- του [[τέλος]] <span style="color: red;">+</span> -[[φόρος]]].
}}
}}
{{lsm
{{lsm