Anonymous

ζαφελής: Difference between revisions

From LSJ
m
LSJ2 replacement
m (Text replacement - "" to "·")
m (LSJ2 replacement)
Line 1: Line 1:
{{LSJ2
|Full diacritics=ζαφελής
|Medium diacritics=ζαφελής
|Low diacritics=ζαφελής
|Capitals=ΖΑΦΕΛΗΣ
|Transliteration A=zaphelḗs
|Transliteration B=zaphelēs
|Transliteration C=zafelis
|Beta Code=zafelh/s
|Definition=ές, [[violent]], with Adv. -λῶς, Hsch.; cf. [[ἐπιζαφελῶς]]· [[πάνυ]] [[ἀφελής]], Suid.; — also [[ζάφελος]], ον, Nic. ''Al.'' 556, ''EM'' 408.17.
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''ζᾰφελής''': -ές, [[ὁρμητικός]], [[βίαιος]], μετ’ ἐπιρρ. -λῶς, Ἡσύχ.· πρβλ. ἐπιζαφελῶς· κατὰ τὸν Σουΐδ., = [[πάνυ]] [[ἀφελής]]. Ἐν Νικ. Ἀλ. 568 ἔχομεν πυρὸς ζαφέλοιο (ἐκ τοῦ ζάφελος, ον, [[ὅπερ]] ἀναφέρεται ἐν τῷ Ε. Μ.), ἀλλὰ [[μετὰ]] διαφ. γραφ. ζαφλέγοιο.
|lstext='''ζᾰφελής''': -ές, [[ὁρμητικός]], [[βίαιος]], μετ’ ἐπιρρ. -λῶς, Ἡσύχ.· πρβλ. ἐπιζαφελῶς· κατὰ τὸν Σουΐδ., = [[πάνυ]] [[ἀφελής]]. Ἐν Νικ. Ἀλ. 568 ἔχομεν πυρὸς ζαφέλοιο (ἐκ τοῦ ζάφελος, ον, [[ὅπερ]] ἀναφέρεται ἐν τῷ Ε. Μ.), ἀλλὰ [[μετὰ]] διαφ. γραφ. ζαφλέγοιο.