Anonymous

διανταῖος: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "αῑο" to "αῖο"
m (Text replacement - "<b class="b3">, ον</b>" to ", ον")
m (Text replacement - "αῑο" to "αῖο")
Line 23: Line 23:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=διανταῑος, -α, -ον (Α) [[ανταίος]]<br /><b>1.</b> (για επίδεσμο) αυτός που εκτείνεται απ' [[άκρη]] σ' [[άκρη]], που περιδένει όλη την [[έκταση]] τραύματος<br /><b>2.</b> [[αμετάβλητος]], [[αναπότρεπτος]].
|mltxt=διανταῖος, -α, -ον (Α) [[ανταίος]]<br /><b>1.</b> (για επίδεσμο) αυτός που εκτείνεται απ' [[άκρη]] σ' [[άκρη]], που περιδένει όλη την [[έκταση]] τραύματος<br /><b>2.</b> [[αμετάβλητος]], [[αναπότρεπτος]].
}}
}}
{{lsm
{{lsm