Anonymous

σποραδικός: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "αῑα" to "αῖα"
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b class="b3">(\w+), (\w+)<\/b>" to "$1, $2")
m (Text replacement - "αῑα" to "αῖα")
Line 20: Line 20:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=-ή, -ό / [[σποραδικός]], -ή, -όν, ΝΜΑ [[σποράς]], -[[άδος]]]<br /><b>1.</b> [[σκόρπιος]], σκορπισμένος εδώ κι [[εκεί]] (α. «σποραδικοί οικισμοί» β. «τῶν τε γὰρ θηρίων τὰ μὲν ἀγελαῑα τὰ δὲ [[σποραδικά]] ἐστιν», <b>Αριστοτ.</b>)<br /><b>2.</b> (για νόσο) αυτός που υπάρχει ή μεταδίδεται σε [[κάθε]] [[τόπο]] και σε οποιονδήποτε χρόνο και προσβάλλει μικρό αριθμό ατόμων διάσπαρτων [[μέσα]] σε έναν πληθυσμό, σε [[αντιδιαστολή]] [[προς]] τον ενδημικό και τον επιδημικό («[[σποραδικά]] νοσήματα», <b>Γαλ.</b>)<br /><b>νεοελλ.</b><br />αυτός που γίνεται ή συμβαίνει σε αραιά ή σε μη κανονικά χρονικά διαστήματα (α. «σποραδικοί πυροβολισμοί» β. «σποραδικές βροχές»). <br /><b>επίρρ.</b><i>..</i><br />[[σποραδικώς]] / <i>σποραδικῶς</i> ΝΜΑ, και [[σποραδικά]] Ν<br />εδώ και [[εκεί]], διάσπαρτα στον χώρο ή σε όχι κανονικά χρονικά διαστήματα.
|mltxt=-ή, -ό / [[σποραδικός]], -ή, -όν, ΝΜΑ [[σποράς]], -[[άδος]]]<br /><b>1.</b> [[σκόρπιος]], σκορπισμένος εδώ κι [[εκεί]] (α. «σποραδικοί οικισμοί» β. «τῶν τε γὰρ θηρίων τὰ μὲν ἀγελαῖα τὰ δὲ [[σποραδικά]] ἐστιν», <b>Αριστοτ.</b>)<br /><b>2.</b> (για νόσο) αυτός που υπάρχει ή μεταδίδεται σε [[κάθε]] [[τόπο]] και σε οποιονδήποτε χρόνο και προσβάλλει μικρό αριθμό ατόμων διάσπαρτων [[μέσα]] σε έναν πληθυσμό, σε [[αντιδιαστολή]] [[προς]] τον ενδημικό και τον επιδημικό («[[σποραδικά]] νοσήματα», <b>Γαλ.</b>)<br /><b>νεοελλ.</b><br />αυτός που γίνεται ή συμβαίνει σε αραιά ή σε μη κανονικά χρονικά διαστήματα (α. «σποραδικοί πυροβολισμοί» β. «σποραδικές βροχές»). <br /><b>επίρρ.</b><i>..</i><br />[[σποραδικώς]] / <i>σποραδικῶς</i> ΝΜΑ, και [[σποραδικά]] Ν<br />εδώ και [[εκεί]], διάσπαρτα στον χώρο ή σε όχι κανονικά χρονικά διαστήματα.
}}
}}
{{lsm
{{lsm