Anonymous

πάνυ: Difference between revisions

From LSJ
No change in size ,  25 March 2021
m
Text replacement - " τοῑς " to " τοῖς "
m (Text replacement - "   <span class="bld">" to "<span class="bld">")
m (Text replacement - " τοῑς " to " τοῖς ")
Tags: Mobile edit Mobile web edit
Line 20: Line 20:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=ΝΜΑ<br /><b>επίρρ.</b> σε μεγάλο βαθμό, [[πάρα]] πολύ («[[πάνυ]] πολλάς ψυχάς», <b>Αισχύλ.</b>)<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> (με το <i>ου</i>) [[καθόλου]], [[ουδαμώς]] («εὐφόρως δὲ οὐ [[πάνυ]] ἔχει», Ιπποκρ.)<br /><b>2.</b> (σε αποκρίσεις ως ισχυρό βεβαιωτικό) [[μάλιστα]], βεβαιότατα<br /><b>3.</b> (με [[άρθρο]]) ὁ [[πάνυ]]<br />ο [[περίφημος]], ο [[ξακουστός]], ο [[έξοχος]] («ἠπίστουν καὶ τοῑς [[πάνυ]] τῶν στρατιωτῶν», <b>Θουκ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Το επίρρ. έχει σχηματιστεί από το επίθ. <i>πᾶς</i>, <i>παντός</i>. Το -<i>υ</i> του τ. παραμένει δυσερμήνευτο, αν και ορισμένοι το συνδέουν με το -<i>υ</i>- του [[οὗτος]]. Τέλος, η [[άποψη]] ότι το επίρρ. προέρχεται από αρχικό αμάρτυρο <i>πάν εὖ</i> δεν θεωρείται πιθανή].
|mltxt=ΝΜΑ<br /><b>επίρρ.</b> σε μεγάλο βαθμό, [[πάρα]] πολύ («[[πάνυ]] πολλάς ψυχάς», <b>Αισχύλ.</b>)<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> (με το <i>ου</i>) [[καθόλου]], [[ουδαμώς]] («εὐφόρως δὲ οὐ [[πάνυ]] ἔχει», Ιπποκρ.)<br /><b>2.</b> (σε αποκρίσεις ως ισχυρό βεβαιωτικό) [[μάλιστα]], βεβαιότατα<br /><b>3.</b> (με [[άρθρο]]) ὁ [[πάνυ]]<br />ο [[περίφημος]], ο [[ξακουστός]], ο [[έξοχος]] («ἠπίστουν καὶ τοῖς [[πάνυ]] τῶν στρατιωτῶν», <b>Θουκ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Το επίρρ. έχει σχηματιστεί από το επίθ. <i>πᾶς</i>, <i>παντός</i>. Το -<i>υ</i> του τ. παραμένει δυσερμήνευτο, αν και ορισμένοι το συνδέουν με το -<i>υ</i>- του [[οὗτος]]. Τέλος, η [[άποψη]] ότι το επίρρ. προέρχεται από αρχικό αμάρτυρο <i>πάν εὖ</i> δεν θεωρείται πιθανή].
}}
}}
{{lsm
{{lsm