Anonymous

ῥώχω: Difference between revisions

From LSJ
No change in size ,  25 March 2021
m
Text replacement - " τοῑς " to " τοῖς "
m (Text replacement - "   <span class="bld">" to "<span class="bld">")
m (Text replacement - " τοῑς " to " τοῖς ")
Line 11: Line 11:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=Α<br /><b>1.</b> [[ασθμαίνω]], [[λαχανιάζω]]<br /><b>2.</b> <i>([[κατά]] τον <b>Ησύχ.</b>)</i> «ῥώχειν βρύχειν τοῑς ὀδοῡσι».<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Εκφραστικός [[σχηματισμός]] άγνωστης ετυμολ., που συνδέεται πιθ. με τα [[ῥέγκω]] ή [[ῥάζω]] (<b>βλ. λ.</b> [[ρέγχω]])].
|mltxt=Α<br /><b>1.</b> [[ασθμαίνω]], [[λαχανιάζω]]<br /><b>2.</b> <i>([[κατά]] τον <b>Ησύχ.</b>)</i> «ῥώχειν βρύχειν τοῖς ὀδοῡσι».<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Εκφραστικός [[σχηματισμός]] άγνωστης ετυμολ., που συνδέεται πιθ. με τα [[ῥέγκω]] ή [[ῥάζω]] (<b>βλ. λ.</b> [[ρέγχω]])].
}}
}}
{{etym
{{etym