3,274,216
edits
(40) |
m (Text replacement - " τοῑς " to " τοῖς ") |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=το / [[σωμάτιον]], ΝΜΑ, και σωμάτειον Α [[σῶμα]]<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> μικρό [[σώμα]], [[σωματίδιο]]<br /><b>2.</b> <b>φρ.</b> α) «στοιχειώδη σωμάτια [ή σωματίδια]»<br /><b>φυσ.</b> <b>βλ.</b> [[στοιχειώδης]]<br />β) «υποατομικά σωμάτια [ή σωματίδια]»<br /><b>φυσ.</b> σωματίδια μικρότερα τών ατόμων και, συγκεκριμένα, στοιχειώδη σωματίδια ή ατομικοί πυρήνες<br />γ) «βασικό [[σωμάτιο]]»<br /><b>βιολ.</b> [[άλλη]] [[ονομασία]] του βλεφαροπλάστη<br />δ) «μεταβιβαστικό [[σωμάτιο]]»<br /><b>βιολ.</b> [[ενδοκρινής]] [[αδένας]] τών εντόμων που αποθηκεύει νευροορμόνες, [[αλλά]] περιέχει, [[επίσης]], νευροεκκριτικά κύτταρα<br />ε) «[[σωμάτιο]] Μπαρ»<br /><b>βιολ.</b> [[κόκκος]] χρωματίνης, προσκολλημένος στον πυρηνίσκο ή στην εσωτερική [[επιφάνεια]] της πυρηνικής μεμβράνης, ο [[οποίος]] ανακαλύφθηκε το 1949 από τον Καναδό ανατομοπαθολόγο Μ. Λ. Μπαρ<br />στ) «[[σωμάτιο]] Πατσίνι»<br />(ανατ.-φυσιολ.) ωοειδείς-κρομμυοειδείς σχηματισμοί, που αποτελούν την τελική [[κάψα]] ορισμένων αισθητικών νευρικών απολήξεων και βρίσκονται [[ιδίως]] στις βαθύτερες στιβάδες του δέρματος και στον υποδόριο ιστό τών [[άκρων]] χεριών και ποδιών<br />ζ) «ωχρό [[σωμάτιο]]»<br /><b>βιολ.</b> <b>βλ.</b> [[ωχρός]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> (για [[παιδί]] ή για εξασθενημένο [[άτομο]]) [[σωματάκι]], [[κορμάκι]] (α. «[[χαριέντως]], ὦ νεανίσκε, τὸ [[σωμάτιον]] διάκεισαι» β. «[[ἀσθένεια]] τοῡ σωματίου», πάπ.)<br /><b>2.</b> νεκρό [[σώμα]], [[πτώμα]] («εἰλήσαντες στρωμνῇ τινι εὐτελεῑ τὸ [[σωμάτιον]]», Ηρώδ.)<br /><b>3.</b> πολύ μικρή [[ποσότητα]], μικρό [[κομμάτι]] ύλης («δόξειεν ἂν οὐδὲν διαφέρειν μονάδας λέγειν ἢ σωμάτια μικρά», <b>Αριστοτ.</b>)<br /><b>4.</b> [[παραγέμισμα]] που τοποθετούσαν οι ηθοποιοί [[μέσα]] από τα φορέματά τους για να φαίνονται ογκωδέστεροι («καὶ χειρίδας καὶ χλαμύδας καὶ προγαστρίδια καὶ σωμάτια», <b>Λουκιαν.</b>)<br /><b>5.</b> [[βιβλίο]], [[τόμος]] («ἑν ἑκατέροις | |mltxt=το / [[σωμάτιον]], ΝΜΑ, και σωμάτειον Α [[σῶμα]]<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> μικρό [[σώμα]], [[σωματίδιο]]<br /><b>2.</b> <b>φρ.</b> α) «στοιχειώδη σωμάτια [ή σωματίδια]»<br /><b>φυσ.</b> <b>βλ.</b> [[στοιχειώδης]]<br />β) «υποατομικά σωμάτια [ή σωματίδια]»<br /><b>φυσ.</b> σωματίδια μικρότερα τών ατόμων και, συγκεκριμένα, στοιχειώδη σωματίδια ή ατομικοί πυρήνες<br />γ) «βασικό [[σωμάτιο]]»<br /><b>βιολ.</b> [[άλλη]] [[ονομασία]] του βλεφαροπλάστη<br />δ) «μεταβιβαστικό [[σωμάτιο]]»<br /><b>βιολ.</b> [[ενδοκρινής]] [[αδένας]] τών εντόμων που αποθηκεύει νευροορμόνες, [[αλλά]] περιέχει, [[επίσης]], νευροεκκριτικά κύτταρα<br />ε) «[[σωμάτιο]] Μπαρ»<br /><b>βιολ.</b> [[κόκκος]] χρωματίνης, προσκολλημένος στον πυρηνίσκο ή στην εσωτερική [[επιφάνεια]] της πυρηνικής μεμβράνης, ο [[οποίος]] ανακαλύφθηκε το 1949 από τον Καναδό ανατομοπαθολόγο Μ. Λ. Μπαρ<br />στ) «[[σωμάτιο]] Πατσίνι»<br />(ανατ.-φυσιολ.) ωοειδείς-κρομμυοειδείς σχηματισμοί, που αποτελούν την τελική [[κάψα]] ορισμένων αισθητικών νευρικών απολήξεων και βρίσκονται [[ιδίως]] στις βαθύτερες στιβάδες του δέρματος και στον υποδόριο ιστό τών [[άκρων]] χεριών και ποδιών<br />ζ) «ωχρό [[σωμάτιο]]»<br /><b>βιολ.</b> <b>βλ.</b> [[ωχρός]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> (για [[παιδί]] ή για εξασθενημένο [[άτομο]]) [[σωματάκι]], [[κορμάκι]] (α. «[[χαριέντως]], ὦ νεανίσκε, τὸ [[σωμάτιον]] διάκεισαι» β. «[[ἀσθένεια]] τοῡ σωματίου», πάπ.)<br /><b>2.</b> νεκρό [[σώμα]], [[πτώμα]] («εἰλήσαντες στρωμνῇ τινι εὐτελεῑ τὸ [[σωμάτιον]]», Ηρώδ.)<br /><b>3.</b> πολύ μικρή [[ποσότητα]], μικρό [[κομμάτι]] ύλης («δόξειεν ἂν οὐδὲν διαφέρειν μονάδας λέγειν ἢ σωμάτια μικρά», <b>Αριστοτ.</b>)<br /><b>4.</b> [[παραγέμισμα]] που τοποθετούσαν οι ηθοποιοί [[μέσα]] από τα φορέματά τους για να φαίνονται ογκωδέστεροι («καὶ χειρίδας καὶ χλαμύδας καὶ προγαστρίδια καὶ σωμάτια», <b>Λουκιαν.</b>)<br /><b>5.</b> [[βιβλίο]], [[τόμος]] («ἑν ἑκατέροις τοῖς σωματίοις ὅμοιον εὑρίσκομεν Ὅμηρον» — όμοιο βρίσκουμε τον Όμηρο και στα δύο βιβλία του, [[δηλαδή]] και στην [[Ιλιάδα]] και στην [[Οδύσσεια]], Ηράκλ.)<br /><b>6.</b> η [[σύνθεση]], η [[δομή]] ποιητικού έργου («τῆς μὲν Ἰλιάδος ὅλον τὸ [[σωμάτιον]] δραματικόν... τῆς δὲ Ὀδυσσείας τὸ [[πλέον]] διηγηματικόν», Λογγίν.)<br /><b>7.</b> [[κείμενο]]<br /><b>8.</b> [[απόδοση]] οφειλομένων, [[επιστροφή]] δανεικών χρημάτων<br /><b>9.</b> <b>στον πληθ.</b> <i>τὰ σωμάτια</i><br /><i>([[κατά]] τον <b>Ησύχ.</b>)</i> «τὰ σκύτινα αἰδοῑα». | ||
}} | }} |