3,274,825
edits
m (Text replacement - "σημεῑ" to "σημεῖ") |
m (Text replacement - " τοῡ " to " τοῦ ") |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=η / [[σύστασις]], ΝΜΑ, και αττ. τ. ξύστασις Α [[συνίστημι]]<br /><b>1.</b> [[σύνθεση]], [[κατασκευή]]<br /><b>2.</b> [[συγκρότηση]], [[συναρμολόγηση]]<br /><b>3.</b> [[ίδρυση]], [[σχηματισμός]] (α. «[[σύσταση]] ανώνυμης εταιρείας» β. «[[σύστασις]] ἐπιβουλῆς», <b>Πολ.</b>)<br /><b>4.</b> [[φυσική]] [[σύνθεση]], υφή, [[υπόσταση]] (α. «υδαρούς συστάσεως» β. «[[σπέρμα]]... τρυφερὸν ἔτι καὶ νεοπαγῆ τὴν σύστασιν ἔχον», Σωρ.)<br /><b>5.</b> συστατική [[εισαγωγή]] ενός προσώπου από κάποιον, [[παρουσίαση]] (α. «έγιναν οι συστάσεις και άρχισε η [[συζήτηση]]» β. «τῷ Θεμιστοκλεῑ τὴν πρὸς αὐτὸν [τὸν [[βασιλέα]]] ἔντευξιν [[γενέσθαι]] καὶ σύστασιν», <b>Πλούτ.</b>)<br /><b>6.</b> γραπτή ή προφορική [[βεβαίωση]] για τις καλές ή κακές ιδιότητες ενός ατόμου ή για την προηγούμενη [[επίδοση]] κάποιου στις σπουδές ή στο επάγγελμά του (α. «δεν μπορεί να βρει δουλειά [[γιατί]] δεν έχει συστάσεις» β. «πατρικὴν ἔχων σύστασιν», <b>Πολ.</b>)<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> [[υπόδειξη]], [[νουθεσία]], [[συμβουλή]] («δεν άκουσε τη [[σύσταση]] του γιατρού και άρχισε [[πάλι]] το [[κάπνισμα]]»)<br /><b>2.</b> [[παρατήρηση]] που γίνεται σε κάποιον για τη [[συμπεριφορά]] του («[[αφού]] τους έγιναν συστάσεις, σταμάτησαν να ενοχλούν»)<br /><b>3.</b> η [[διεύθυνση]] του παραλήπτη επιστολής η οποία αναγράφεται στον [[φάκελο]] ή, γενικά, η [[διεύθυνση]] κατοικίας<br /><b>4.</b> η [[μεταξύ]] δύο ή περισσότερων προσώπων συναπτόμενη [[συμφωνία]] για [[εκτέλεση]] ορισμένης αξιόποινης πράξης<br /><b>5.</b> <b>στρ.</b> άτακτη και ταχύτατη [[συγκέντρωση]] τών [[ανδρών]] μικρής μονάδας [[γύρω]] από τον διοικητή της, με σκοπό την [[απόκρουση]] αιφνιδιαστικής εχθρικής προσβολής<br /><b>6.</b> καλή [[εμφάνιση]]<br /><b>7.</b> <b>φρ.</b> α) «χημική [[σύσταση]]»<br /><b>χημ.</b> το [[σύνολο]] τών επιμέρους συστατικών από τα οποία αποτελείται μια [[ουσία]]<br />β) «επί συστάσει»<br />(σχετικά με ταχυδρομική [[αποστολή]]) με [[απόδειξη]] για την ασφαλή [[αποστολή]] και [[παραλαβή]] από τον παραλήπτη<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[μάχη]] εκ του [[συστάδην]], [[συμπλοκή]] («ἡ ἐκ συστάσεως [[μάχη]]», <b>Ηρωδιαν.</b>)<br /><b>2.</b> σωματική [[ενόχληση]] («καταστεῑλαι τὴν σύστασιν τὴν ἀπὸ | |mltxt=η / [[σύστασις]], ΝΜΑ, και αττ. τ. ξύστασις Α [[συνίστημι]]<br /><b>1.</b> [[σύνθεση]], [[κατασκευή]]<br /><b>2.</b> [[συγκρότηση]], [[συναρμολόγηση]]<br /><b>3.</b> [[ίδρυση]], [[σχηματισμός]] (α. «[[σύσταση]] ανώνυμης εταιρείας» β. «[[σύστασις]] ἐπιβουλῆς», <b>Πολ.</b>)<br /><b>4.</b> [[φυσική]] [[σύνθεση]], υφή, [[υπόσταση]] (α. «υδαρούς συστάσεως» β. «[[σπέρμα]]... τρυφερὸν ἔτι καὶ νεοπαγῆ τὴν σύστασιν ἔχον», Σωρ.)<br /><b>5.</b> συστατική [[εισαγωγή]] ενός προσώπου από κάποιον, [[παρουσίαση]] (α. «έγιναν οι συστάσεις και άρχισε η [[συζήτηση]]» β. «τῷ Θεμιστοκλεῑ τὴν πρὸς αὐτὸν [τὸν [[βασιλέα]]] ἔντευξιν [[γενέσθαι]] καὶ σύστασιν», <b>Πλούτ.</b>)<br /><b>6.</b> γραπτή ή προφορική [[βεβαίωση]] για τις καλές ή κακές ιδιότητες ενός ατόμου ή για την προηγούμενη [[επίδοση]] κάποιου στις σπουδές ή στο επάγγελμά του (α. «δεν μπορεί να βρει δουλειά [[γιατί]] δεν έχει συστάσεις» β. «πατρικὴν ἔχων σύστασιν», <b>Πολ.</b>)<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> [[υπόδειξη]], [[νουθεσία]], [[συμβουλή]] («δεν άκουσε τη [[σύσταση]] του γιατρού και άρχισε [[πάλι]] το [[κάπνισμα]]»)<br /><b>2.</b> [[παρατήρηση]] που γίνεται σε κάποιον για τη [[συμπεριφορά]] του («[[αφού]] τους έγιναν συστάσεις, σταμάτησαν να ενοχλούν»)<br /><b>3.</b> η [[διεύθυνση]] του παραλήπτη επιστολής η οποία αναγράφεται στον [[φάκελο]] ή, γενικά, η [[διεύθυνση]] κατοικίας<br /><b>4.</b> η [[μεταξύ]] δύο ή περισσότερων προσώπων συναπτόμενη [[συμφωνία]] για [[εκτέλεση]] ορισμένης αξιόποινης πράξης<br /><b>5.</b> <b>στρ.</b> άτακτη και ταχύτατη [[συγκέντρωση]] τών [[ανδρών]] μικρής μονάδας [[γύρω]] από τον διοικητή της, με σκοπό την [[απόκρουση]] αιφνιδιαστικής εχθρικής προσβολής<br /><b>6.</b> καλή [[εμφάνιση]]<br /><b>7.</b> <b>φρ.</b> α) «χημική [[σύσταση]]»<br /><b>χημ.</b> το [[σύνολο]] τών επιμέρους συστατικών από τα οποία αποτελείται μια [[ουσία]]<br />β) «επί συστάσει»<br />(σχετικά με ταχυδρομική [[αποστολή]]) με [[απόδειξη]] για την ασφαλή [[αποστολή]] και [[παραλαβή]] από τον παραλήπτη<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[μάχη]] εκ του [[συστάδην]], [[συμπλοκή]] («ἡ ἐκ συστάσεως [[μάχη]]», <b>Ηρωδιαν.</b>)<br /><b>2.</b> σωματική [[ενόχληση]] («καταστεῑλαι τὴν σύστασιν τὴν ἀπὸ τοῦ γυμνασίου», Ορειβ.)<br /><b>3.</b> [[μεγάλη]] [[ανησυχία]] και [[συνεχής]] [[φροντίδα]] και [[μέριμνα]] («[[μένος]] μὲν ξυστάσεώς τε σῶν φρενῶν δεινή», <b>Ευρ.</b>)<br /><b>4.</b> (κυριολ. και μτφ.) [[συνάντηση]], [[συμβολή]], [[συνένωση]] (α. «[[σύστασις]] ὑγροῡ περὶ τὴν ὑπερῴην», Ιπποκρ.<br />β. «λέγεις, ἦν δ' ἐγώ, λόγων ξύστασιν», Πλατ.)<br /><b>5.</b> [[συνδυασμός]] («τραγῳδίαν... [[εἶναι]] τὴν τούτων σύστασιν πρέπουσαν ἀλλήλοις», <b>Πλάτ.</b>)<br /><b>6.</b> [[ομάδα]] ανθρώπων («κατὰ ξυστάσεις τε γιγνόμενοι ἐν [[πολλῇ]] ἔριδι [[ἦσαν]]», <b>Θουκ.</b>)<br /><b>7.</b> [[πολιτική]] [[ένωση]], με γενικότερη [[έννοια]] από τη σύνοδο και την [[εταιρεία]] («κατὰ συστάσεις κωμάζειν», Δίων Κάσσ.)<br /><b>8.</b> [[φιλία]] ή [[συμμαχία]]<br /><b>9.</b> [[συνωμοσία]] («ἀποστάσεις δὲ ὁρῶν ἅπαντα καὶ νεωτερισμοὺς καὶ σύστασιν ἰσχυρὰν ἐφ' αὑτόν», <b>Πλούτ.</b>)<br /><b>10.</b> [[πολίτευμα]] («οὐδ' ἡ τοιαύτη ξύστασις τὸν ἅπαντα μενεῑ χρόνον», <b>Πλάτ.</b>)<br /><b>11.</b> [[αρχή]] υπάρξεως («[[πόλεων]] ξυστάσεις καὶ φθοράς», <b>Πλάτ.</b>)<br /><b>12.</b> (για τις πηγές ποταμού) [[αφετηρία]]<br /><b>13.</b> υλικό («πλάττειν ἐκ πηλοῡ [[ζῷον]] ἤ τινος ἄλλης ὑγρᾱς συστάσεως», <b>Αριστοτ.</b>)<br /><b>14.</b> [[επιμέλεια]], [[κηδεμονία]] («ἔτι νηπίας οὔσας [ἀπέδωκεν] εἰς σύστασιν Πτολεμαίῳ Γλαυκίου», πάπ.)<br /><b>15.</b> [[προστασία]], [[υπεράσπιση]]<br /><b>16.</b> [[γνωριμία]] [[μεταξύ]] δύο προσώπων («ταῡτα σοῡ εἰπόντος τρεῑς, σημεῖον ἔσται τῆς συστάσεως [[τόδε]]», πάπ.)<br /><b>17.</b> [[τεκμήριο]], [[απόδειξη]]<br /><b>18.</b> [[διαβεβαίωση]]<br /><b>19.</b> πληρεξούσιο<br /><b>20.</b> <b>φρ.</b> α) «προσώπου [[σύστασις]]» — [[έκφραση]] του προσώπου («ἀλλὰ καὶ προσώπου [[σύστασις]] [[ἄθρυπτος]] εἰς γέλωτα», <b>Πλούτ.</b>)<br />β) «ἐθνικαὶ συστάσεις» — εθνικές συνελεύσεις. | ||
}} | }} |